Archive
“Dnevnik”: «Η Αθήνα προσπαθεί να δημιουργήσει ελληνική μειονότητα στο Μοναστήρι»
Σχόλιο MacedonianAncestry: Είπε ο γαϊδαρος τον πετεινό κεφάλα!! Προφανώς ξεχνάνε ότι αυτή είναι δική τους τακτική…
Με τη χρηματοδότηση για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στο Μοναστήρι – Μπίτολα, μέσω φανταστικών ελληνικών ιστορικών οργανώσεων γίνεται μια σκόπιμη προσπάθεια για τεχνητή δημιουργία ελληνικής μειονότητας, γράφει το σλαβικό δημοσίευμα των Σκοπίων.
Η χρηματοδότηση αυτή για μαθήματα στην ελληνική γλώσσα σε παραμεθόριες περιοχές με τη γειτονική χώρα, αποσκοπεί σε μια προσπάθεια δημιουργίας τεχνητής ελληνικής μειονότητας στο κράτος των Σκοπίων.
Αυτό είναι το σχόλιο από ιστορικούς στην ερώτηση ποιο είναι το ενδιαφέρον των ελληνικών ΜΚΟ, που πληρώνουν για τη μελέτη των ελληνικών στο Μοναστήρι.
Όπως αναφέρθηκε στο «Dnevnik», κάτοικοι του Μοναστηριού πήγανε δωρεάν διακοπές στην Ελλάδα, διδάχθηκαν την ελληνική γλώσσα, αλλά κανείς δεν αποκαλύπτει το ονόματα των ελληνικών μη κυβερνητικών οργανώσεων που τους χρηματοδότησε.
Το ελληνικό προξενείο επιβεβαίωσε μια τέτοιου είδους συνεργασία με τις ελληνικές οργανώσεις, αλλά πρόσθεσε ότι δεν παρεμβαίνει στο έργο των σχολείων για την εκμάθηση της γλώσσας.
Ο ιστορικός Ντίμιταρ Βαμβακόφσκι Λιορόφσκι ισχυρίζεται ότι τέτοιου είδους μαθήματα αντανακλούν μια σκόπιμη προσπάθεια εξελληνισμού μέρους του πληθυσμού. Κυρίως της βλάχικης κοινότητας στη χώρα και υποστηρίζει ότι με τη μελέτη της ελληνικής γλώσσας γίνεται προσπάθειας να επιβληθεί ο ελληνικός πολιτισμός.
«Ας μην ξεχνάμε ότι σε αυτές τις μη-κυβερνητικές οργανώσεις, μαζί με τη γλώσσα, μαθαίνουν και μέρος της ελληνικής ιστορίας, η οποία αποτελεί σημαντικό τμήμα του οικοδομήματος της ελληνικής εθνικής ταυτότητας.
Ο στόχος είναι ξεκάθαρος, εκτός από τη δημιουργία της τεχνητής ελληνικής μειονότητας στα Σκόπια θα υπηρετήσει και ως άλλοθι από το ελληνικό κράτος ως είδος αμοιβαιότητας για τη σλαβική μειονότητα στην Ελλάδα, αλλά και ως επιχείρημα κατά του Σκοπιανού Κράτους για παραβιάσεις των δικαιωμάτων των μειονοτήτων αυτής της ομάδας», όπως λέει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η προπαγάνδα στην παραμεθόρια περιοχή του Μοναστηριού επανεμφανίζεται από την Οθωμανική Εποχή μέχρι σήμερα.
Οργανώσεις μέσω των οποίων μεταφέρεται η ελληνική επιρροή στα Σκόπια, ο Λιορόφσκι αναφέρει το «Χελιδόνι» (‘Λαστοβίτσκα’), «Εταιρεία του Μοναστηριού» στη Φλώρινα, «Καρτερία» της Θεσσαλονίκης και η «Ελπίς» της Φλώρινας.
Ο δήμαρχος του Μοναστηριού, Βλαντίμιρ Τελέσκι, ισχυρίζεται ότι υπάρχει συνεργασία μεταξύ των παραμεθόριων ελληνικών δήμων σε επίπεδο έργων, αλλά δεν έχει παρατηρήσει κατάχρηση της συνεργασίας για προπαγανδιστικούς σκοπούς.
«Το ενδιαφέρον της Μπίτοτολα, για συνεργασία με ελληνικούς δήμους είναι μεγάλο, διότι είναι ένας μεγάλος δήμος σε έκταση και συμμετέχει σε μια σειρά μεγάλων έργων. Ποτέ δεν έχει συμβεί σε οποιαδήποτε σχεδιασμό να γίνει κακοποίηση από ( Έλληνες) δημάρχους ή άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους, ή από εξωτερικούς συνεργάτες», θα τονίσει ο Ταλέσκι, όπως σημειώνει το Dnevnik.
Πηγή: Γεώργιος Εχέδωρος
Μακεντόνσκο Ντέβοιτσε – Ένα ξενόφερτο τραγούδι στην Μακεδονία
Μακεντόσκο ντέβοιτσε σημαίνει “Μακεδόνισσα κοπέλα”, είναι ένα τραγούδι που αναφέρεται για μια όμορφη κοπέλα. Ένα πολύ ωραίο τραγούδι με υπέροχη μελωδία αλλά δεν έχει καμία σχέση με την Μακεδονία και την παράδοσή της. Πουθενά δεν είναι καταγεγραμμένο ως τοπικό τραγούδι κάποιας περιοχής και δυστυχώς σήμερα έχει περάσει σε πολλούς ότι ανήκει στα παραδοσιακά τραγούδια της Μακεδονίας. Σε αυτό φυσικά έχουν βοηθήσει οι μουσικές μπάντες που το έχουν εισάγει από τους βόρειους γείτονες μέσα στην Ελλάδα σε πανηγύρια, εκδηλώσεις και γάμους.
Για να δούμε τώρα από που προέρχεται…
Η Wikipedia μας πληροφορεί ότι το τραγούδι γράφτηκε και συνθέθηκε το 1964 από τον “Σκοπιανό” Γιόνσε Χριστόφσκι σε ρυθμό πρόσφατης παραδοσιακής σύνθεσης. Ο Χριστόφσκι γεννήθηκε στα Μπίτολα (Μοναστήρι) της σημερινής FYROM to 1931.
Σχόλιο entopios.gr: Όποιος γνωρίζει περισσότερα για το τραγούδι και την προέλευσή του, εδώ είμαστε να μας ενημερώσει…
Η γέννηση ενός λαού
(Από το βιβλίο του Γ. Μόδη “Ο Μακεδονικός αγών και η νεώτερη Μακεδονική Ιστορία”. Θεσσαλονίκη 1967.)Ο Γεώργιος Μόδης θεωρείται και είναι πρώτη πηγή για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο μακεδονικό χώρο από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Ο γνωστός μακεδονομάχος – συγγραφέας – πολιτικός Γεώργιος Μόδης γεννήθηκε το 1887 στο Μοναστήρι (σημερινό Μπίτολα της FYROM) και πέθανε στη Θεσσαλονίκη το 1976. Όλη του η ζωή ήταν αφιερωμένη στον αγώνα του ελληνισμού για τη Μακεδονία.
Σχετικά με τη δημιουργία της ‘μακεδονικής εθνότητας’ στα Βαλκάνια αναφέρει στο προαναφερόμενο βιβλίο τα εξής κατατοπιστικά: «Η χωριστή ‘Μακεδονία’, εθνότητα που κατασκευάστηκε μόλις το 1944 στα Σκόπια, είναι ένα απ’ τα θαύματα του κόσμου. Από τότε καλλιεργήθηκε και η χωριστή ‘μακεδονική’ γλώσσα που έγινε για τους βεβήλους …αγνώριστη. Αναγνωρίστηκε ωστόσο και από μερικούς ξένους επίσημους σλαβολόγους σαν μια καινούργια σλαβική γλώσσα, που είναι πάντοτε πρωτοξάδελφη της βουλγαρικής.
… Διενεργήθηκαν (επί Οθωμανών) δύο βουλευτικές εκλογές το 1909 και το 1911. Και στις δύο βγήκαν στη σημερινή ελληνική Μακεδονία 5 Έλληνες βουλευτές και ένας έκτος στο Μοναστήρι, που αποτελεί σήμερα τμήμα της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας του Βαρδαρίου», ο Τραϊανός Νάλης και δύο βούλγαροι με έναν τρίτο στο Μοναστήρι, τον Πάντσε-Ντόρεφ. Κανένας «Μακεντόν» του τύπου των Σκοπίων δεν παρακάθησε στην οθωμανική Βουλή, ούτε καν υπήρξε υποψήφιος! Είχαν εκλεγεί, είναι αλήθεια, και τις δύο φορές βουλευτής ο περιβόητος Ντιμίτρι Βλάχωφ, πατριάρχης του «Μακεδονισμού» και της «Μακεδονίας του Βαρδαρίου», μα ως …Βούλγαρος και αντιπρόσωπος Βουλγάρων!»
Που ήταν κρυμμένος ο ‘μακεδονικός λαός’
Σε άλλο σημείο του βιβλίου του ο Γεώργιος Μόδης θα σημειώσει με την χαρακτηριστική πένα του:
«Γεννώνται τα ερωτήματα. Πως γεννήθηκε ένας καινούργιος λαός στα μέσα του εικοστού αιώνα (1944-1945) μέσα στην Ευρώπη; Γιατί δεν είχε δώσει καθόλου σημεία ζωής έως τότε; Κατοικούσε σε άλλον πλανήτη; Δεν είχαν εκτυλιχθεί στη Μακεδονία, ιδίως από το 1900 συνταρακτικά γεγονότα, όπως ο κομιταζηδισμός, το Ήλιντεν, οι ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις, η επέμβαση ελληνικών και σερβικών σωμάτων, η αλληλοσπαραγμός, η νεοτουρκική μεταπολίτευση, βουλευτικές εκλογές, οι βαλκανικοί πόλεμοι και ο πρώτος ευρωπαϊκός πόλεμος, χωρίς ν’ αναφέρουμε τα παλαιότερα; Που «γης» ήταν κρυμμένος ο Μακεδονικός λαός;
Είναι ποτέ δυνατό να υπνωτιστεί ένας λαός, όταν στον τόπο του και στο σπίτι του συμβαίνουν τόσο συγκλονιστικά πράγματα που αναστάτωσαν και απασχολούν αδιάκοπα την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και την ευρωπαϊκή διπλωματία;
Έγινε νεκρανάσταση; Έγιναν δύο φορές (1895 και 1905) επίσημες τουρκικές απογραφές. Διενεργήθηκαν επίσης δύο φορές (1909 και 1911) βουλευτικές εκλογές. Πουθενά, ποτέ ούτε σκιά «Μακεδόνα» παρουσιάστηκε.
Δεν χρειάστηκε μεγάλη μαντική ικανότητα για να καταλάβει κανείς ότι κάποιο λάκκο έκρυβε η παράξενη αυτή υπόθεση. Όλος ο καυγάς ήταν και είναι για το πάπλωμα μας, για την ελληνική Μακεδονία που την βάπτισαν στα Σκόπια «Αιγαιακή» (εγκέισκα).
Ο Ντιμίτρι Βλάχωφ, πρώην βούλγαρος βουλευτής δύο φορές στην τουρκική βουλή και εκπρόσωπος Βουλγάρων επίσης Βούλγαρος Γεν. Διοικητής, έπειτα πατριάρχης του μακεδονισμού, κραύγασε σε συλλαλητήριο στο Μοναστήρι στις 21 Σεπτεμβίου του 1946: «τι γυρεύουν οι γραικοί στη Μακεδονία; Δεν έχει κανένα δικαίωμα η Ελλάς στη Μακεδονία του ‘Αιγαίου’.
Τον Βλάχωφ συμπλήρωσε ο Φράνκ Φρολ, υπουργός της Δικαιοσύνης της κεντρικής κυβερνήσεως του Βελιγραδίου και εκπρόσωπος της κεντρικής επιτροπής του λαϊκού μετώπου της Γιουγκοσλαβίας. Δήλωσε ότι οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας θα αγωνιστούν για να ενωθεί όλη η Μακεδονική Γη και να συγχωνευτεί η Μακεδονία του Αιγαίου με την Μακεδονία του Βαρδαρίου, μέσα στα πλαίσια πάντοτε της Γιουγκοσλαβίας.
Επίσης άλλοι πολλοί ανώτεροι, ο ίδιος ο Τίτο, σε συλλαλητήριο στα Σκόπια (11 Οκτωβρίου 1945) διακήρυξε ότι δεν θα ησύχαζε, αν δεν ελευθέρωνε τους ‘υποδούλους’ στην Ελλάδα ‘αδελφούς του, Μακεδόνας».
Ο αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Μοσέ Πιάντε, Εβραίος, και όλα τα ανώτερα στελέχη του Κ.Κ.Γ. και του γιουγκοσλαβικού κράτους επαναλαμβάνουν ακούραστα σε υψηλότερο και εντονότερο τόνο την ίδια επωδό.
Ο Δημητρώφ, πρωθυπουργός και πρόεδρος της Βουλγαρίας, απ’ την άλλη μεριά τόνιζε μέσα στη Βουλγαρική Βουλή ότι η Δυτική Θράκη με την Καβάλα ήταν αναφαίρετη ιδιοκτησία της Βουλγαρίας.
Έριξαν κλήρο ‘επί των ιματίων μας’ των ματωμένων. Πρέπει προς τιμήν τους να αναγνωριστεί ότι δεν έκρυβαν καθόλου τα σχέδιά και τις ορέξεις τους. Μάλιστα τα διαλαλούσαν.»
Πηγή: Γεώργιος Εχέδωρος
Γεώργιος Μόδης, ο διηγηματογράφος του Μακεδονικού Αγώνος
Σχόλιο MacedonianAncestry: Η περιοχή “Μοναστήρι” που αναφέρεται πιο κάτω, είναι η σημερινή “Μπίτολα” (Bitola) των Σκοπίων που σαφέστατα ήταν Ελληνική περιοχή και όχι “Μακεδονική”
Ο Γεώργιος Μόδης (14 Μαΐου 1887 – 18 Ιουνίου 1975) ήταν πολιτικός και ένας από τους κυριότερους συγγραφείς του Μακεδονικού αγώνα, στον οποίο έλαβε μέρος μόλις αποφοίτησε το 1906 από το Γυμνάσιο του Μοναστηριού Πελαγονίας, ως μέλος του ανταρτικού σώματος του Γ.Βολάνη.
Ο Γεώργιος Μόδης γεννήθηκε το 1887 στο Μοναστήρι Πελαγονίας. Τελείωσε το γυμνάσιο Μοναστηρίου και στη συνέχεια κατατάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Κρητικού Γ. Βολάνη που δρούσε στο Μορίχοβο. Συμμετείχε σε πολλές συμπλοκές με Βούλγαρους κομητατζήδες και Οθωμανικά στρατεύματα και τραυματίστηκε σε μάχη με Οθωμανικό στρατό στη Μπέσιστα του Μοριχόβου. Μετά τον τραυματισμό του εγκατέλειψε την ένοπλο δράση και η Εσωτερική Οργάνωση Μοναστηρίου τον διόρισε γραμματέα στη Μητρόπολη Μογλενών και Φλωρίνης, στη Φλώρινα, το 1909, όπου υπηρέτησε για μικρό διάστημα. Στη συνέχεια επέστρεψε στο Μοναστήρι και δημοσιογράφησε στην εφημερίδα Φως που εξέδιδε η Πολιτική Λέσχη Μοναστηρίου.
Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εμπορικές επιστήμες στην Ακαδημία Όθωνος Ρουσόπουλου. Εκλέχτηκε επί σειρά ετών, βουλευτής Φλώρινας και διατέλεσε Νομάρχης Φλώρινας. Την περίοδο 1932 – 1933 ανέλαβε Γενικός Διοικητής Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, συνελήφθη από τους Γερμανούς και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο “Παύλου Μελά” στη Θεσσαλονίκη. Μετά την απόλυσή του από τις φυλακές, φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή. Τον Οκτώβριο του 1944 επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, Γενικός Διοικητής Μακεδονίας. Το 1950 ανέλαβε Υπουργός Εσωτερικών και το 1951 υπουργός Παιδείας. Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο με κυριότερα έργα τα: “Μακεδονικές Ιστορίες” και “Αγώνες στη Μακεδονία” του οποίου τη συγγραφή δεν πρόλαβε να τελειώσει, καθώς πέθανε στις 18 Ιουνίου του 1975. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, και οργάνωσε πολλές επιτροπές Μακεδονομάχων με σκοπό την ανέγερση ανδριάντων των Μακεδονομάχων. Διατέλεσε πρόεδρος της επιτροπής για την ανέγερση αγαλμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου και του Αριστοτέλη. Κατά τη διάρκεια της επταετίας εξαναγκάστηκε από το καθεστώς, να παραιτηθεί από την προεδρία της επιτροπής.[1]
Πηγή: Wikipedia
Γιαννάκης και Μίλτος Μανάκης: οι πρωτοπόροι Έλληνες κινηματογραφιστές των Βαλκανίων
Οι αδελφοί Μανάκη (ή Μανάκια) υπήρξαν πρωτοπόροι φωτογράφοι και κινηματογραφιστές στο χώρο των Βαλκανίων. Έλληνες στην καταγωγή, κατάγονται από την Αβδέλα Γρεβενών, ένα κεφαλοχώρι-βλαχοχώρι της Πίνδου, για την εθνικότητα τους όμως ερίζουν ως σήμερα οι Σέρβοι, οι Σκοπιανοί, οι Τούρκοι και οι Ρουμάνοι. Έδρασαν στα Βαλκάνια όπως οι αδελφοί Λυμιέρ στο Παρίσι και ο Έντισον στην Αμερική την ίδια περίπου περίοδο: ασχολήθηκαν και προώθησαν τη νέα Τέχνη του Κινηματογράφου ανοίγοντας το δρόμο στους μεγάλους δημιουργούς των επόμενων δεκαετιών και αφήνοντας πίσω τους μοναδικά ιστορικά φωτογραφικά και κινηματογραφικά ντοκουμέντα των αρχών του 20ου αιώνα στα Βαλκάνια.
Η ζωή τους και το πρώιμο έργο τους
Οι αδελφοί Μανάκη, ο Γιαννάκης και ο Μίλτος, γεννήθηκαν στην Αβδέλα Γρεβενών στις 18.05.1878 και 09.09.1882 αντίστοιχα. Ο Γιαννάκης από μικρός ενδιαφερόταν για τη ζωγραφική και φοίτησε στο γυμνάσιο του Μοναστηρίου για να πάρει δίπλωμα δασκάλου αλλά και ζωγράφου με ιδιαίτερες ικανότητες στην «ιχνογραφία» και «καλλιγραφία». Ο Μίλτος, τέσσερα χρόνια πιο μικρός απ’ τον Γιαννάκη, σε αντίθεση με τον αδελφό του, είχε ενδιαφέρον κυρίως για τη φύση και τη φυσική ζωή και πολλά χρόνια πέρασε στην Αβδέλα. Κατόρθωσε να γίνει καλός φωτογράφος και στη συνέχεια κινηματογραφιστής με βοηθό τον αδελφό του Γιαννάκη. Αρχικώς δραστηριοποιήθηκαν στα Ιωάννινα ανοίγοντας φωτογραφείο, αλλά μετά από διώξεις που υπέστησαν από τις Οθωμανικές Αρχές μετέφεραν το ατελιέ τους στο Μοναστήρι.
Την πρώτη μεγάλη πόλη που επισκέφθηκαν ήταν η Κωνσταντινούπολη, το καλοκαίρι του 1905. Την ίδια χρονιά πήγαν στη Ρουμανία, στο Βουκουρέστι. Εκεί τους δόθηκε η ευκαιρία να παρευρεθούν στο γύρισμα μιας ταινίας και, με αυτό τον τρόπο, να μαγευτούν από τον κινηματογράφο. Αρκετά χρόνια αργότερα ο Μίλτος θα διηγηθεί: «Στην πρωτεύουσα της Ρουμανίας καταλάβαμε ότι στην Αγγλία και στη Γαλλία πουλάνε μηχανές για γύρισμα «ζωντανών φωτογραφιών». Αυτή η είδηση για εμάς, εκείνη την εποχή, ήταν απίστευτη και μας προκάλεσε σοκ, παρόλο που δε μας άφηνε περιθώρια για υποψίες, αφού μάλιστα είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια την προβολή μιας ταινίας μικρού μήκους. Οι άνθρωποι σε αυτές τις ταινίες θύμιζαν ένα είδος μαριονέτων, επειδή οι κινήσεις τους ήταν διακεκομμένες. Και θύμιζαν, θα έλεγα, εκείνες τις σκηνές, που τα χέρια και τα πόδια (των μαριονέτων) τα τραβούσαν με το σκοινί! Αυτό, όμως, δε στάθηκε εμπόδιο ώστε να μας απορροφήσει η ταινία, να μας γεμίσει αισθήματα και να μας καταμαγέψει. Ο Γιαννάκης δεν μπορούσε πλέον να αποβάλλει με τίποτε την επιθυμία που τον είχε καταλάβει… Δεν ήθελε να γυρίσει στην Μπίτολια χωρίς αυτή την κινηματογραφική μηχανή. Ακόμα και στον ύπνο του παραμιλούσε για αυτήν. Και μέχρι που να γυρίσω εγώ στο σπίτι εκείνος ξεκίνησε για το Λονδίνο, απ’όπου έφερε την κινηματογραφική μηχανή Bioscop.».
Η πρωτοπριακή κινηματογράφηση της καθημερινής ζωής και Ιστορικών γεγονότων στα Βαλκάνια
Οι Μανάκηδες γύρισαν το 1905, στο χωριό τους, την πρώτη κινηματογραφική ταινία στα Βαλκάνια τις περίφημες “υφάντρες”. Πρωταγωνίστρια της πρώτης και σύντομης σε διάρκεια ταινίας τους ήταν η γιαγιά τους κυρά-Λουκία Μανάκη, ετών 117, που έγνεθε μαλλί και ύφαινε στον αργαλειό. Το δεύτερο σε σειρά ντοκυμαντερ τους “το υπαίθριο σχολείο στην Πίνδο” ξεκινάει με ένα είδος λιτανείας όπου σε μια πλαγιά βαδίζουν κληρικοί και λαικοί μαζί με παιδιά που μεταφέρουν μια θρησκευτική εικόνα. Στα επόμενα πλάνα αποθανατίζεται το υπαίθριο Ελληνικό σχολείο της Αβδέλλας εν ώρα μαθήματος. Το υλικό αυτό αποτελεί μοναδικό τεκμήριο για την Ελληνορθόδοξη εκπαίδευση στην Τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και συμπληρώνει το πλούσιο σχετικό φωτογραφικό υλικό. Δύο άλλα κλασικά ντοκιμαντέρ των αδερφών Μανάκη με πλούσιο υλικό από την οικονομική και κοινωνική ζωή στην Μακεδονία τα χρόνια της Οθωμανοκρατίας είναι ο “βλάχικος γάμος” και η “εμποροπανήγυρις”.
Με την κάμερά τους τύπου «Bioscop 300», αγορασμένη από το Λονδίνο το 1905 από το Γιάννη Μανάκη, αποθανάτισαν πολλά από τα πλέον συγκλονιστικά γεγονότα (περίπου 40) του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου στα Βαλκάνια μεταξύ των οποίων το κίνημα των Νεότουρκων το 1908 και τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913. Ξέρουμε ότι το 1908 φωτογράφησαν και κινηματογράφησαν στρατιωτικές ασκήσεις των Νεότουρκων, υπό την καθοδήγηση του Νιάζι Μπέη. Το 1909 κινηματογράφησαν την επίσκεψη προσωπικοτήτων από τη Ρουμανία που επισκέφθηκαν το Γκόπεσι, το Ρέσεν, την Αχρίδα και το Σμίρντες. Το 1911 όμως έκαναν το πιο ολοκληρωμένο ρεπορτάζ για την επίσκεψη του Σουλτάνου Μεχμέτ Ε΄ Ρεσιάντ, την άφιξή του στη Θεσσαλονίκη, το ταξίδι του και την παραμονή του στην Μπίτολια.
Ο σουλτάνος Μεχμέτ στην θεσσαλονίκη
Ήταν εύκολο να φωτογραφίζουν και να κινηματογραφούν ακόμη και στις περιοχές όπου υπήρχαν αντάρτες (Νεότουρκοι) επειδή είχαν πολύ καλές σχέσεις με την αυλή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και, κατά συνέπεια, ανάλογα χαρτιά και φιρμάνια. Λέγεται μάλιστα ότι αυτοί κινηματογράφησαν και την Απελευθέρωση της πόλης στις 26 Οκτωβρίου 1912 αν και υπάρχουν γι’ αυτό επιφυλάξεις. Το διάστημα 1916-1919 ο Γιαννάκης Μανάκιας ήταν εξόριστος στη Φιλιππούπολη, γιατί μέσα στο φωτογραφείο τους είχαν βρεθεί όπλα και πυρομαχικά και γι’ αυτό είχε κατηγορηθεί ως κατάσκοπος από τους Βούλγαρους. Στο βουλγαρικό Πλόβντιφ λειτούργησε εκείνο το χρονικό διάστημα φωτογραφείο των Μανάκια. Ο Γιαννάκης φωτογράφησε μάλιστα τότε εκεί και το βασιλιά Φερδινάρδο.
Ο κινηματογράφος “Μανάκια” και το τελευταίο στάδιο της ζωής των αδερφών Μανάκη
Μετά την λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, οι αδελφοί Μανάκη επαναδραστηριοποιήθηκαν στο Μοναστήρι αποφασίζοντας να δημιουργήσουν την δική τους κινηματογραφική αίθουσα. Στις 7 Ιουλίου 1921 πήραν την άδεια και νοίκιασαν μια γεννήτρια από το Βλάχο Χρήστο Κίργιο ή Κυρατζή, ο οποίος είχε τυπογραφείο, για να μπορέσουν να λειτουργήσουν τον κινηματογράφο τους. Υπέγραψαν τη συμφωνία στις 9 Αυγούστου 1921 και δανείστηκαν μια μηχανή προβολής από τον Κώστα Τσιόμο, Βλάχος και αυτός, που ήταν ένας από τους κυριότερους διανομείς ταινιών στη Μακεδονία. Ένα χρόνο αργότερα, το 1922, το φθινόπωρο, απέκτησαν τη δική τους αίθουσα που την έκτισαν σε ένα οικόπεδο που το αγόρασαν από το Θεσσαλονικιό Λουκά Βρέττα. Αγόρασαν δικά τους μηχανήματα, συνεταιρίστηκαν με άλλους συμπατριώτες τους, όμως επειδή οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά, το 1927 αποχώρησαν από την επιχείρηση οι άλλοι και έμεινε μόνο σε αυτούς ο κινηματογράφος «Μανάκια». Με αυτό τον τρόπο θεμελίωσαν την επιχείρησή τους. Δυστυχώς η αίθουσά τους καταστράφηκε ολοσχερώς από πυρκαγιά, το 1939.
Μετά την καταστροφή της κινηματογραφικής τους αίθουσας τα δύο αδέρφια χώρισαν. Ο Γιαννάκης επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε στη Ρουμάνικη Εμπορική Σχολή και εργαζόταν ως φωτογράφος στην παραλία. Μέχρι το τέλος της ζωής του παρέμεινε γλυκιά φυσιογνωμία, έξυπνος αλλά μοναχικός, με καλλιτεχνικές αγωνίες και θρήσκος. Ο Γιάννης Μανάκιας πέθανε σε ηλικία 76 ετών στη Θεσ/νίκη στις 19/5/1954, συντετριμμένος μετά και από το θάνατο του γιου του Δημήτριου σε ηλικία 22 ετών. Στο τέλος της ζωής του ήταν έρημος και πάμπτωχος.
Ο Μίλτος Μανάκιας έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του μετά το τέλος του Β΄παγκοσμίου πολέμου στην Γιουγκοσλαβία, εργαζόμενος ως φωτογράφος και κινηματογραφιστής. Ευτύχησε μάλιστα να δει το πρόσωπό του σε γραμματόσημο που εκδόθηκε προς τιμήν του. Για τους Γιουγκοσλάβους υπήρξε εθνικός κινηματογραφιστής και παρασημοφορήθηκε από τον ίδιο τον στρατάρχη Τίτο τον οποίο άλλωστε είχε φωτογραφήσει. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταξινομώντας τις χιλιάδες φωτογραφιών και τις δεκάδες ταινιών που δημιούργησαν τα δύο αδέλφια. Ο Μίλτος ως το τέλος της ζωής του λαχταρούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα αλλά τελικά δεν τα κατάφερε. Πέθανε στα Μοναστήρι στις 5/3/1964 σε ηλικία 82 ετών, όπου και θάφτηκε με τιμές που του απέδωσε το γιουγκοσλαβικό καθεστώς του Τίτο.
Αποτίμηση του έργου τους
Κατά την διάρκεια των δημιουργικών τους χρόνων οι αδελφοί Μανάκια έφτιαξαν ένα αρχείο με περισσότερες από 12.000 φωτογραφίες και 67 ταινίες μικρής διάρκειας συνολικού μήκους 1.500 μέτρων. Το αρχείο αυτό πουλήθηκε σε δύο δόσεις – και μετά από πολλές περιπέτειες – στο «Αρχείο της Μακεδονίας», ένα ίδρυμα της Δημοκρατίας των Σκοπίων, και στη συνέχεια πέρασαν στην ιδιοκτησία του Ιστορικού Αρχείου της Μπιτόλια. Οι ανεκτίμητες αυτές καταγραφές μιας εποχής και κάποιων συνθηκών που έχουν περάσει ανεπιστρεπτί είχαν μείνει εν πολλοίς άγνωστες στην Ελλάδα μέχρι σχετικά πρόσφατα.
Το άγαλμα του Μίλτου Μανάκη στο Μοναστήρι
Αναμφίβολα το έργο των αδερφών Μανάκη είναι πρωτότυπο, πληθωρικό και έχει μεγάλη εθνολογική, ιστορική και καλλιτεχνική αξία. Η λήψη της πρώτης κινηματογραφικής ταινίας έγινε το 1906, από το Γάλλο οπερατέρ Λεόν, ο οποίος ανήκε στην εταιρεία Γκωμόν Αιγύπτου. Είχε έρθει στην Ελλάδα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και κινηματογράφησε το Στάδιο. Πρωτοπόροι όμως στο Βαλκανικό χώρο αναμφισβήτητα ήταν οι αδελφοί Μανάκια, αφού χωρίς να διακόψουν, παρά από ανωτέρα βία, κινηματογραφούσαν αυτά που λάμβαναν χώρα, κάνοντας ταινίες που σήμερα θα τις ονομάζαμε ντοκιμαντέρ. Πρώτα φωτογράφοι, κατόπιν κινηματογραφιστές δεν έπαψαν να υπηρετούν την τέχνη, κινηματογραφική ή φωτογραφική, με μεγάλη αφοσίωση, απόρροια του έρωτα τους για την τέχνη και πιο ειδικά για τη φωτογραφία και της θέλησής τους να ενημερώνονται και να χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες, με απώτερο σκοπό να εξυπηρετούν τα καλλιτεχνικά τους ενδιαφέροντα.
Ι. Β. Δ.
Πηγές
– Φώτος Λαμπρινός, Ισχύς μου η αγάπη του φακού (τα κινηματογραφικά επίκαιρα ως τεκμήρια Ιστορίας), εκδόσεις Καστανιώτη
– http://www.cinemainfo.gr/kritikos/greekcinema/manakiabrothers.html
– http://eu1.1host.gr/~aspromav/wordpress/
– http://www.youtube.com/watch?v=6Auh4ArnqFw
– http://www.youtube.com/watch?v=1jnoC3MQqVY&feature=related
– http://www.youtube.com/watch?v=NqTBhMS-fTc&feature=related
Πηγή: Ιστορικά Θέματα
Ο κομιτατζής ΝΤΑΕΦ και η ανθελληνική του Δράση στη Δράμα.
(Σημείωση Yaunatakabara: Ο Βοεβόδας της Δράμας ο οποίος δολοφονήθηκε από τον υπασπιστή του Panitsa κατ εντολή του Βοεβοδα Sandansky, δεν διεκδικείτε από τους “Μακεδόνες’’, και εκπίπτει στις τάξεις των απλών Βουλγάρων κομιτατζήδων. Βέβαια το αναπάντητο ερώτημα είναι τι ήθελε από το Baltchik της Βουλγαρίας στη Δράμα)
Μετά το 1885 στη Βουλγαρία ανέκυψαν δύο τάσεις σχετικές με την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία.
Η μια ονομάστηκε Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (Ε.Μ.Ε.Ο.) με στόχο τη δημιουργία μαζικού χριστιανικού κινήματος για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από το οθωμανικό ζυγό κα την καθιέρωση καθεστώτος αυτονομίας. Σύνθημα της οργάνωσης ήταν “Η Μακεδονία στους Μακεδόνες”. Όπως ήταν φυσικό το σύνθημα βρήκε ανταπόκριση, αφού το όνειρο των Βουλγάρων για την δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας με την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου το 1878 δεν πήρε σάρκα και οστά.
Η δεύτερη τάση υποστήριζε την κατάληψη της Μακεδονίας από την Βουλγαρία με την ένοπλη βία.
Η τάση αυτή ονομάστηκε Βερχόβεν. Οι δύο αυτές τάσεις διασπάστηκαν σύντομα. Οι Νεότουρκοι επωφελήθηκαν αυτήν την κατάσταση και ανέπτυξαν συνεργασία με τον κυριότερο εκπρόσωπο της Ε.Μ.Ε.Ο. και υποστηρικτή του συνθήματος “Η Μακεδονία στους Μακεδόνες” Γιάννε Σαντάνσκυ, ο οποίος καταγόταν από το χωριό Βλάχοι του Μελένικου.
Ο Σαντάνσκυ μετά την ένταξή του σε εθνικιστικά επαναστατικά κινήματα στη Βουλγαρία, έρχεται στην Μακεδονία τον Απρίλιο του 1901 με δική του ένοπλη ομάδα αποτελούμενη από 60 κομιτατζήδες.
Αναδείχτηκε ηγέτης της αριστεράς πτέρυγας της ΕΜΕΟ, δηλαδή των Σεντραλιστών, που επιδιώκανε την δημιουργία αυτόνομου καθεστώτος στη Μακεδονία.
Το 1907 ο Σαντάνσκυ έδωσε εντολή στον κομιτατζή Πανίτσα να δολοφονήσει τον Βούλγαρο αρχικομιτατζή Βοεβόδα (Михаил Тодоров Даев) Δάεφ ή Δάγιεφ ή Ντάεφ ή Ντάιεφ, ο οποίος δρούσε στις περιοχές Δράμας και Ζίχνης έχοντας ορμητήριο το Νευροκόπι (;).
Ο Ντάιεφ υπήρξε ο εγκέφαλος βομβιστικών επιθέσεων τόσο στη Δράμα, όσο και στην Πλέβνα (σημ. Πετρούσα).
Στη Δράμα η βομβιστική επίθεση έγινε εναντίον του ελληνικού κεντρικού καφενείου (καζίνου) στις 6 Ιουλίου 1906. Θύματα της βομβιστικής επίθεσης υπήρξε ο πρόκριτος Γεώργιος Παπαδημητρίου καθώς και ένας Ισραηλίτης, ενώ πληγώθηκε σοβαρά ένας οθωμανός.
Η βομβιστική επίθεση στη Πλέβνα είχε έξι θύματα.
Βόμβες ρίχτηκαν και στο Μοναστήρι της Αγίας Κυριακής Αλιστράτης την ημέρα της πανύγηρις (Ιούλος 1906).
Ο Ντάιεφ αρχηγός ενός αντάρτικου σώματος βερχοβιστών από 60 κομιτατζήδες υπήρξε θύμα του ενδοβουλγαρικού ανταγωνισμού. Από επιστολή του Χρυσοστόμου με ημερομηνία 22 Ιανουαρίου 1907 πληροφορούμεθα ότι ο Ντάιεφ πληγώθηκε στη συμπλοκή της Γράτσιανης και πέθανε ύστερα από λίγο στο Σκρίτσοβο.
Κύριος χώρος δράσης του Σαντάνσκυ ήταν η Ανω Βροντού.
Αλλα και για τον Σαντάνσκυ ή τύχη δεν υπήρξε ευνοική. Οι εσωτερικές Βουλγαρικές συγκρούσεις είχαν ως αποτέλεσμα την εξόντωσή του.
Έτσι το 1915 δολοφονήθηκε στο Πιρίν από οπαδούς του δεξιού φιλοβουλγαρικού επαναστατικού κινήματος, αφήνοντας μετέωρο το σύνθημα “Η Μακεδονία στους Μακεδόνες”, ενώ είχε ταχθεί κατά της απόσχισης των βιλαετίων Θεσσαλονίκης-Μοναστηρίου από την οθωμανική αυτοκρατορία.
Η θέση αυτή τον οδήγησε σε προσέγγιση και συνεργασία με το νεοτουρκικό καθεστώς.
Αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας υπήρξε η προσπάθειά του να εξουδετερώσει τα ελληνικά ένοπλα σώματα, αλλά και τους Βουλγάρους κομιτατζήδες (φιλομοναρχικούς) στις περιοχές Σερρών-Δράμας-Μελενικίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.
Αρχείο του Εθνοιερομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου (Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης), Αθήνα 2000
Douglas Dakin, The Greek Struggle in Macedonia, 1897-1913), Θεσσαλονίκη 1966.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Η Μακεδονία στις παραμονές του Αγώνα, τομ. ΙΔ΄, Αθήνα 1977.
Πέτρου Θ. Πέννα, Η οργάνωση του Μακεδονικού Αγώνα στη περιοχή σαντζακίου Σερρών, Θεσσαλονίκη 1987.
Θεμιστοκλή Χατζησταύρου, Οι απαρχές του Μακεδονικού Αγώνα 1903-1904 (επιστολή προς πρόξενο Σερρών, Δράμα 19.1.1904).
Πηγή δική μου: H Φωνή των γηγενών Μακεδόνων – entopios.gr
Αρχική πηγή: Yaunatakabara
Βουλγαρία- Ντιμίτροφ: «Οι Σκοπιανοί άλλαξαν σε τοιχογραφίες το εθνόνυμο ‘Βούλγαρος’ σε ‘Σλάβος’»
«Υποστηρίζω σθεναρά τις δηλώσεις του Προέδρου Ρόσεν Πλεβνέλιεφ και του υπουργού Εξωτερικών Νικολάι Μλαντένοφ, όσον αφορά τις προϋποθέσεις για την ένταξη των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Αυτό δήλωσε, σήμερα, ο επικεφαλής του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της Σόφιας, Μπότζινταρ Ντιμίτροφ που κατήγγειλε ότι οι σκοπιανές αρχές έπραξαν εγκλήματα κατά των διεθνών πρακτικών στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ο Ντιμίτροφ ανέφερε ότι στην αποκατάσταση των μεσαιωνικών τοιχογραφιών και εικόνων σε μεσαιωνικούς ναούς και μοναστήρια οι Σκοπιανοί «σκούπισαν» το εθνόνυμο «Βούλγαρος» και το αντικατέστησαν στην καλύτερη περίπτωση με τον όρο «Σλάβος».
Έτσι, σταδιακά άλλαξαν τα εθνόνυμα στην «Αγία Κυριακή» στην Μπίτολα, στον «Άγιο Παντελεήμονα» στο Βέλες, στον «Άγιο Ιωακείμ Οσογκόφσκι» στην Κρίβα Παλάνκα καθώς και εικόνες των «Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου» που αναγράφονταν πρωτότυπα ως ‘Βούλγαροι εκπαιδευτικοί’.
Επιπλέον στο μοναστήρι της «Αγ. Μπογκορίντιτσας» (Παναγίας) στο Κίτσεβο, η επιγραφή του κτήτορα «Αγίου Μπόρις τσάρου των Βουλγάρων» διαγράφηκε και έγινε παρόμοια διατύπωση με αυτήν του μοναστηρίου στο Ντεμπάρ «Αγ. Τσάρου Στέφανου Ντέτσανι» δηλαδή έβαλαν το όνομα ενός βασιλιά της Σερβίας.
Επίσης αφαιρέθηκε από το ναό του «Αγίου Δημητρίου» στην πόλη των Σκοπίων η επιγραφή που έλεγε «Αναγέρθηκε από τους Βουλγάρους των Σκοπίων στα 1864». Παρόμοιες επιγραφές έσπασαν και πέταξαν από ναούς στον Πρίλαπο και στην Μπίτολα.
Είναι απαραίτητο να αναφέρω ότι η UNESCO απαγορεύει παρεμβάσεις στην αποκατάσταση μνημείων που αλλοιώνουν τον εθνικό τους χαρακτήρα».
Και συνεχίζει:
«Το σημαντικότερο, ίσως, είναι ότι οι βουλγαρικές επιγραφές των περασμένων αιώνων έχουν αντικατασταθεί με επιγραφές γραμμένες στη σύγχρονη σλαβική γλώσσα. Τη γλώσσα που δημιουργήθηκε το 1944. Και αυτό για να καταδείξουν ότι η σλαβική γλώσσα στο χώρο της Μακεδονίας είναι …αρχαία και ότι υπήρχε κατά τον ΙΓ΄ και ΙΔ΄ αιώνα…, γράφει χαρακτηριστικά το βουλγαρικό δημοσίευμα.
1895: “Βουλγαρικαί ληστροσυμμορίαί” …
“ΕΚ ΒΙΤΩΛΙΩΝ Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΩΝ ΥΠΟΠΤΩΝ. – ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑΙ ΛΗΣΤΡΟΣΥΜΜΟΡΙΑΙ. – ΕΙΣΒΑΛΛΟΥΝ ΕΙΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΝ” ο χαρακτηριστικός τίτλος δημοσιεύματος της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (20/12/1895) των Αθηνών (“κλικ” δεξιά στην εικόνα), που περιγράφει τη δράση ληστρικών βουλγαρικών συμμοριών που δρούσαν κατά του ελληνικού πληθυσμού στην περιοχή του Μοναστηρίου (Μπίτολα) αλλά και των Σκοπίων. Πρόκειται για την ανταπόκριση Έλληνα δημοσιογράφου από το Μοναστήρι, όπου κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το σκοπό της δράσης των βουλγαρικών συμμοριών, που επιδιώκουν να αποδείξουν προς την Ευρώπη, πως υπάρχει “ιθαγενές και μακεδονικό” κίνημα κατά των Οθωμανών. Πρόκειται ουσιαστικά για το σχέδιο της Βουλγαρίας, να αποσπάσει την Μακεδονία με τον ίδιο τρόπο που δέκα χρόνια πριν (1885) είχε πράξει με την προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας, που αρχικά αυτονομήθηκε το 1878 απο την τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία.
ΑΠΟ: Π.Β
Έλληνες φωτογράφοι στο Μοναστήρι (σημερινό Μπίτολα της ΠΓΔΜ)
Ιστορικού Φωτογραφίας
Διευθυντού Σχολής Φωτογραφίας ΑΚΤΟ
Ηλικιωμένο ανδρόγυνο Ελλήνων Μοναστηριωτών σε αναμνηστική φωτογραφία (imperia) τραβηγμένη στο στούντιο του Γεωργίου Λιόντα στο Μοναστήρι.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα το Μοναστήρι είχε μεγάλη οικονομική άνθηση, αποτέλεσμα εμπορικής και κτηνοτροφικής δραστηριότητας που δημιουργήθηκε στην περιοχή. Η παρουσία του ελληνικού στοιχείου ήταν έντονη με μεγάλη δραστηριότητα σε όλους τους τομείς. Δεν ήταν λοιπόν παράξενο γιατί εγκαταστάθηκαν εκεί Έλληνες φωτογράφοι που εργάστηκαν από τα τέλη του 19ου και τις πρώτες δυο δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Πριν αναφερθούν όμως οι επαγγελματίες φωτογράφοι της πόλης, εκείνη την περίοδο, αξίζει μνείας ένας ερασιτέχνης φωτογράφος της. Πρόκειται για τον δικηγόρο Μιχαήλ Παπάζογλου, ο οποίος πρότεινε, σε εκτενές άρθρο του μια σειρά βελτιώσεων της ”αυτόματης εμφάνισης πλακών σε δοχεία”. Οι προτάσεις του αυτές δημοσιεύτηκαν στο γαλλικό περιοδικό ”Photo Revue”, στις 15 Ιουλίου του 1896, με ιδιαίτερα κολακευτικά σχόλια. Δυστυχώς δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες για τον δυναμικό αυτό ερασιτέχνη φωτογράφο. Θα ήταν παρακινδυνευμένο να γινόταν εκτίμηση για το ποιός ήταν ο πρώτος Έλληνας φωτογράφος που εργάστηκε στο Μοναστήρι.
Την εποχή του Παπάζογλου όμως εργάστηκαν δυο από τους αδελφούς Λιόντα. Λίγο αργότερα θα εγκατασταθούν εκεί και οι αδελφοί Μανάκη.
Η οικογένεια Λιόντα
Το περίτεχνο, όπως φαντάζει σήμερα, φωτογραφικό σήμα του Γεωργίου Λιόντα σε δυο γλώσσες.
Ο πιο γνωστός είναι ο Γεώργιος Λιόντας. Σύμφωνα δε με ανεπιβεβαίωτη πληροφορία, συνεργάστηκε μαζί του, για ένα διάστημα, και ο αδελφός του Μιχαήλ Λιόντας, που είχε το βασικό του φωτογραφείο στη Θεσσαλονίκη.
Η καταγωγή της περίφημης αυτής οικογένειας των φωτογράφων που κυριολεκτικά κατέκλυσαν όλο τον βορειοελλαδικό χώρο είναι από την Πελοπόννησο και συγκεκριμένα από το Λεωνίδιο. Στα τέλη του 18ου αιώνα, τα οκτώ άρρενα αδέλφια Λέοντα ή Λιόντα εγκαταλείπουν το χωριό τους και ανεβαίνουν βορειότερα για την ανεύρεση καλύτερης τύχης. Ίσως στην προέλευση του ονόματος τους πρέπει να αναζητηθεί κάποια βυζαντινή ρίζα, πράγμα άλλωστε πολύ πιθανό, γιατί βυζαντινά κείμενα αναφερόμενα στη φραγκοκρατία της Πελοποννήσου, μιλούν για τοπικούς άρχοντες-φεουδάρχες (τιμαριούχους) με το όνομα ΛΕΟΝΤΑΣ. Άλλωστε γενικότερα στη βυζαντινή ιστοριογραφία το όνομα ΛΕΩ-ΛΕΟΝΤΑΣ αναφέρεται συχνότατα, ακόμη και σαν αυτοκρατορικό. Έτσι από τις αρχές του 19ου αιώνα το όνομα αυτό απαντάται σε Κοζάνη, Μοναστήρι, Γιάννενα, Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική, Θράκη κ.α.
Οι σίγουρες πληροφορίες που έχουμε για τη γενεαλογία των φωτογράφων ”Λιόντα”, ξεκινούν από τον Γεώργιο Λέοντα που έζησε και πέθανε στη Θεσσαλονίκη τον 19ο αιώνα. Αυτός είχε 6 παιδιά, τον Μιχαήλ, τον Χρήστο, τον Θεόδωρο, τον Γιώργο, τον Κυριάκο και τον Νικόλαο. Όλοι τους με εξαίρεση τον Κυριάκο (ήταν γεωπόνος στο τσιφλίκι του Χατζηλαζάρου στο Γιάνετς -σημερινό Μεταλλικό Κιλκίς- και ασχολήθηκε ελάχιστα με τη φωτογραφία) εξωτερίκευαν κάποιες έμφυτες καλλιτεχνικές τάσεις εκδίδοντας με επιτυχία στη ζωγραφική και τη φωτογραφία που σαν νέα τεχνική απεικόνισης τραβάει αμέσως το ενδιαφέρον τους.
Ο Μητροπολίτης Πελαγονίας Αμβρόσιος Σταυριανός σε καρτ μπινέτ του Γεωργίου Λιόντα. Η οικογένεια Λιόντα κατέκλυσε τον βορειοελλαδικό χώρο έχοντας από τον 19ο αι. το γνωστότερο και βασικότερο φωτογραφείο στη Θεσσαλονίκη. Το πότε ακριβώς ο Γεώργιος Λιόντας εμφανίζεται και πότε εγκαταλείπει το Μοναστήρι παραμένει ανεξακρίβωτο.
Γύρω στα 1908 τοποθετείται η παρουσία των συνεταίρων Σωτηρίου Πίντζα και του Λάζαρου Κερκελέ. Όμως η μόνη πληροφορία που υπάρχει για τους δυο αυτούς φωτογράφους προέρχεται από διαφήμισή τους στην εφημερίδα το ”Φως” που εκδιδόταν στο Μοναστήρι, όπου μεταξύ των άλλων ανέφεραν: ”[..] πως ως γνωστόν η επιτυχία έγκειται εν των φωτισμό, τη στάσεσι και τη καθαρότητι (sic), ανέκαθεν δε ημείς εκείνα ως το κύριον μέλημα ημών προς ικανοποίησιν και των μάλλον απαιτητικών επιδείξαμεν […].
Αδελφοί Μανάκια
Οι αδελφοί Γιαννάκης και Μίλτος Μανάκια με τις αδελφές τους Βασιλική και Στεργιανή στην είσοδο του κινηματογράφου τους στο Μοναστήρι. Από την Αβδέλλα, ένα βλαχοχώρι της Πίνδου, δεν είναι τόσο η παρουσία τους στη φωτογραφία, όσο, κυρίως στον κινηματογράφο στον οποίο θεωρούνται σκαπανείς στα Βαλκάνια.
Οι αδελφοί Γιάννης και Μιλτιάδης Μανάκη (το επίθετο Μανάκια με το οποίο συχνά αναφέρονται είναι μεταγενέστερο, γιουγκοσλαβικό), γεννήθηκαν στην Αβδέλλα, ένα βλαχοχώρι της Δυτικής Μακεδονίας. Ασχολήθηκαν με τη φωτογραφία και τον κινηματογράφο στον οποίο θεωρούνται σκαπανείς στα Βαλκάνια.
Το 1898, ο Γιάννης, ο μεγαλύτερος από τους δυο, άνοιξε φωτογραφείο στα Γιάννενα. Το 1905 μετεγκαταστάθηκε στο Μοναστήρι, οικονομικό, διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο της Βορειοδυτικής Μακεδονίας, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπου άνοιξε φωτογραφείο. Τον Μάιο του 1905 έφερε από το Λονδίνο τη Boiscope, την πρώτη κινηματογραφική μηχανή στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια. Με αυτήν την μηχανή, και αφού μύησε και τον αδελφό του Μίλτο, γύρισαν στην Αβδέλλα την πρώτη τους κινηματογραφική ταινία με τίτλο ”Υφάντρες” και πρωταγωνίστρια την ηλικίας 117 (!) χρονών γιαγιά τους.
Τα πολλά χρήματα όμως τα κέρδιζαν από τη φωτογραφία. Τα καλοκαίρια πήγαιναν στην Αβδέλλα και στα γύρω χωριά και φωτογράφιζαν χωριά, εκκλησίες, μετακινήσεις των Βλάχων προς τα πεδινά της Θεσσαλίας. Εκτός από τους ντόπιους είχαν και πελάτες στο εξωτερικό. Έδεναν στο Παρίσι περίτεχνα και χρυσόδετα άλμπουμ με φωτογραφίες της Αβδέλλας, της Σαμαρίνας, της Σμίξης, του Περιβολιού, αλλά και άλλων περιοχών και τα πουλούσαν στους πολυάριθμους Έλληνες μετανάστες σε όλο τον κόσμο.
Ο κινηματογράφος ”Cine Manaki” στο Μοναστήρι.
Λίγο πριν από τον τελευταίο πόλεμο κάηκε ολοσχερώς.
Το ”Κινο-Θέατρο” τους που ήταν παράλληλα και φωτογραφείο, ήταν πασίγνωστο σε όλα τα Βαλκάνια. Μεγάλος αριθμός από τις γυάλινες πλάκες των προσωπικοτήτων που φωτογράφισαν -δεσποτάδες της Μακεδονίας, Τούρκους πασάδες, Μακεδονομάχους και καπεταναίους- αρκετές από τις ταινίες τους διατηρούνται μέχρι σήμερα στο Μοναστήρι. Μόνο που οι Γιουγκοσλάβοι θεώρησαν καλό να… πολιτογραφήσουν τους δυο αδελφούς σαν δικούς τους, και να κυκλοφορήσουν μάλιστα και σχετικό γραμματόσημο προς τιμήν τους. Κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-13 οι αδελφοί Μανάκη διέτρεχαν όλη την Μακεδονία φωτογραφίζοντας. Ορισμένες από τις φωτογραφίες τους αυτές τις τύπωσαν σε καρτ-ποστάλ. Υπήρξαν οι πρώτοι που φωτογράφησαν την είσοδο του ελληνικού στρατού στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης.
Οι Αδελφοί Λιόντα και οι Αδελφοί Μανάκη υπήρξαν σημαντικοί φωτογράφοι. Και δεν είναι τυχαίο που επέλεξαν να εργαστούν στο Μοναστήρι.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ, Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2001, Αφιέρωμα: Μοναστήρι ή Βιτώλια.
Σημείωση: Για τους Αδελφούς Μανάκια έχει προηγηθεί αφιέρωμα των ”Επτά Ημερών” δημοσιευμένο στις 2 Ιουνίου 1996 με τίτλο ”Τα Βαλκάνια με το βλέμμα των Μανάκια”.
Πηγή: Βλαχόφωνοι
Σκόπια: Ο Σλάβος αρχαιολόγος Κούζμαν βρίσκεται στα ίχνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου…
Ο Πάσκο Κούζμαν, ο Σλάβος αρχαιολόγος των Σκοπίων κατά την επίσκεψή του στον αρχαιολογικό χώρο της αρχαίας ελληνικής πόλης Ηράκλειας Λυγκιστίδος, στο Μοναστήρι*, δήλωσε ότι βρίσκεται ένα βήμα πριν τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπως δημοσιεύει η σλαβική εφημερίδα ‘Βέστ’.
Ο Σλάβος αρχαιολόγος που αισθάνεται τον εαυτό του ‘Μακεδόνα’ απόγονο του Αλεξάνδρου -θα πει: «Ακολουθώ την πορεία του. Βαδίζω και ψάχνω. Είμαι πάντοτε ξοπίσω του και αυτή τη στιγμή βρίσκομαι ένα βήμα από τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου», δήλωσε ο Κούζμαν ο οποίος διατελεί διευθυντής της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στα Σκόπια.
Στην ερώτηση δημοσιογράφου αν το τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρίσκεται σε σλαβικό έδαφος της Μακεδονίας ή έξω από αυτό, ο Κούζμαν δήλωσε: «Α, εγώ που είμαι τώρα; Δεν θέλω τίποτε άλλο να σχολιάσω».
Ο Κούζμαν αναφέρθηκε στη συνέχεια στις σημαντικές ανακαλύψεις που έγιναν στην αρχαία πόλη Ηράκλεια Λυγκιστίδος (σημείωση: βρέθηκαν ερείπια αρχαίου ρωμαϊκού γυμνάσιου, δίπλα στον υπάρχοντα αρχαιολογικό χώρο).
Μοναστήρι* = Εννοεί την σημερινή πόλη “Bitola”.
Σχόλιο MacedonianAncestry: Φαίνεται πως ο κ. Κούζμαν δεν ξέρει πως ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου έχει ήδη ανακαλυφθεί από την αρχαιολογική ομάδα της κυρίας Σουβαλτζή. Δείτε το βίντεο εδώ ή εδώ (νέο παράθυρο)
Πηγή: Γεώργιος Εχέδωρος