Archive
Βρέθηκαν τέσσερις νέοι βασιλικοί τάφοι κοντά στη Βεργίνα
Τέσσερις νέοι βασιλικοί τάφοι εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής που χρονολογούνται 2.500 χρόνια πριν ήταν το απροσδόκητο εύρημα που ήρθε στο φως στη νεκρόπολη των Αιγών κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών τη χρονιά που πέρασε. Πρόκειται για ένα ακόμη μακεδονικό τάφο, ο 13ος που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, ένα λιθόκτιστο κιβωτιόσχημο τάφο ανδρός, λιτά διακοσμημένο με μπλε και κόκκινες ζωγραφιστές ταινίες, ενώ βόρεια και νότια από αυτόν υπάρχουν δύο άλλοι μνημειακοί τάφοι ενός αρχιτεκτονικού τύπου που ήταν άγνωστος μέχρι τώρα.
Η διευθύντρια της ΙΖ Εφορείας Πρϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και αναπληρώτρια της 11ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, Αγγελική Κοτταρίδη, μίλησε για την ανακοίνωση που θα παρουσιάσει αύριο, στις 19.30 το απόγευμα στο πλαίσιο της φετινής 26ης επιστημονικής συνάντησης για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, η οποία ξεκινάει σήμερα και θα ολοκληρωθεί στις 22 Μαρτίου, στην αίθουσα τελετών του παλιού κτιρίου της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
«Με δεδομένη την χρονολόγηση του μνημείου, αλλά και την θέση του στα όρια της αρχαίας ταφικής συστάδας των Τημενιδών, η υπόθεση πως εδώ θα μπορούσαν να έχουν ταφεί τα οστά του Φιλίππου Γ΄ Αρριδαίου και της συζύγου του Ευρυδίκης που ο Κάσσανδρος ανακόμισε στις Αιγές μου φαίνεται ιδιαίτερα δελεαστική και μοιάζει να ενισχύεται από τα εντυπωσιακά ευρήματα των τελευταίων εβδομάδων. Εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο της ανάπλασης- ανάδειξης του νεκροταφείου των τύμβων και της βασιλικής συστάδας των Τημενιδών που χρηματοδοτείται με 1.860.000 Ε από το ΕΣΠΑ. Για την κατασκευή του στεγάστρου που προβλέπεται από την εγκεκριμένη μελέτη έγιναν ανασκαφικοί καθαρισμοί και δοκιμαστικές τομές στη συστάδα των Τημενιδών οι οποίες οδήγησαν σε απροσδόκητες ανακαλύψεις. Στα νότια του μακεδονικού τάφου βρέθηκε ένα τεράστιο όρυγμα διαταραγμένο από νεώτερες επεμβάσεις. Το ταφικό κτίσμα, προφανώς κατεστραμμένο, όπως δείχνουν οι ράμπες από όπου τράβηξαν τους λίθους των τοίχων του για να τους ξαναχρησιμοποιήσουν, δεν έχει βρεθεί ακόμη, ωστόσο διάσπαρτοι θολίτες, κομμάτια από μια μνημειακή μαρμάρινη πόρτα με διακοσμητικές εφηλίδες και κυρίως η παρουσία του χαρακτηριστικού δρόμου που οδηγεί προς τα νότια δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι εδώ υπήρχε ένας ακόμη μακεδονικός τάφος, ο δέκατος τρίτος που βρίσκεται στη νεκρόπολη των Αιγών, ο οποίος ήταν χτισμένος κάθετα προς τον προηγούμενο».
Η ίδια συμπληρώνει: «Ανάμεσα στους Μακεδονικούς και στην ομάδα των παλιότερα ανασκαμμένων τάφων της συστάδας βρέθηκαν στη σειρά άλλα τρία εντυπωσιακά ταφικά μνημεία: Ένας μεγάλος λιθόκτιστος κιβωτιόσχημος τάφος που σώζεται σχεδόν σε όλο του το ύψος, με λευκά κονιάματα στους τοίχους, λιτά διακοσμημένος με μπλε και κόκκινες ζωγραφιστές ταινίες, και με το χαρακτηριστικό λίθινο βάθρο που ορίζει τη θέση της νεκρικής κλίνης και της τεφροδόχου τοποθετημένο στη νότια πλευρά, αποκαλύφθηκε στη μέση της σειράς, ενώ βόρεια και νότια από αυτόν υπάρχουν δύο άλλοι μνημειακοί τάφοι ενός αρχιτεκτονικού τύπου που ήταν άγνωστος μέχρι τώρα. Ο νότιος, η ανασκαφή του οποίου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, είναι καταστραμμένος σε σημαντικό βαθμό, όμως ο βόρειος σώζεται σε πολύ καλύτερη κατάσταση και μας επιτρέπει να αποκτήσουμε μια πολύ πιο πλήρη εικόνα του κτηρίου που προφανώς στάθηκε ένας σημαντικός σταθμός στην προσπάθεια της δημιουργίας μιας υπόγειας αιώνιας κατοικίας, αντάξιας για τον νεκρό ηγεμόνα, αποτελώντας τον άμεσο πρόγονο των λεγόμενων «μακεδονικών» τάφων».
Σχετικά με την αρχιτεκτονική διαμόρφωση του ενός εκ των δυο υπόστηλων αυτών τάφων, ο οποίος και έχει ερευνηθεί περισσότερο μέχρι σήμερα, υπογραμμίζει: «Ο τάφος, το εσωτερικό ύψος του οποίου οπωσδήποτε ξεπερνούσε τα 4,50 μ., σώζεται λίγο παραπάνω από τη μέση του αρχικού ύψους του και έχει τη μορφή μιας ευρύχωρης υπόστυλης ορθογώνιας αίθουσας με διαστάσεις περ. 7Χ5 μ. Δύο αράβδωτοι ιωνικοί κίονες με αρκετά ψηλές τετράγωνες βάσεις τοποθετημένοι στον κατά μήκος άξονα υποβάσταζαν την, προφανώς, λίθινη οροφή της αίθουσας, ενώ ημικίονες –ανά δύο στις μακριές και ανά ένας στις στενές- πλευρές άρθρωναν αρχιτεκτονικά τις επιφάνειες των τοίχων, προσδίδοντας κομψότητα και μεγαλοπρέπεια στον χώρο. Στις γωνίες αντί παραστάδες προτιμήθηκε να τοποθετηθούν τεταρτοκίονες, μια λύση ιδιαίτερα εξεζητημένη, εφόσον μάλιστα θα απαιτούσε ειδική διαχείριση των ελικωτών γωνιακών κιονοκράνων. Ένα κιονόκρανο σώθηκε πεσμένο δίπλα από τον δυτικό ημικίονα. Καλυμμένο με λευκό κονίαμα, με τα περιγράμματα των ελίκων αποδοσμένα με γαλάζιο χρώμα και τους οφθαλμούς με κόκκινο επαναλαμβάνει έναν τύπο γνωστό από μνημεία που χρονολογούνται γύρω στα μέσα του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Πλαισιωμένο από δύο ημικίονες το θυραίο άνοιγμα στο οποίο οδηγεί μια μνημειακή λίθινη σκάλα βρίσκεται στη μέση της βόρειας μακριάς πλευράς. Απέναντί του ήταν τοποθετημένο το λίθινο βάθρο που παραδοσιακά σχετίζεται με την κλίνη και την νεκρική τεφροδόχο. Κατασκευασμένο με ιδιαίτερη φροντίδα, προσοχή και επιμέλεια, με πολύ καλής ποιότητας λευκά και κόκκινα κονιάματα το πρωτότυπο αυτό κτήριο υπόσχεται να ανοίξει μια νέα σελίδα στη μελέτη της μακεδονικής αρχιτεκτονικής και ένα νέο κεφάλαιο στη συζήτηση της καταγωγής του τύπου του «μακεδονικού» τάφου».
Βίαια λεηλατημένοι
Δυστύχως, όλοι οι τάφοι βρέθηκαν βίαια λεηλατημένοι, γεγονός που πιθανότατα συνδέεται, όπως εξηγεί η κ. Κοτταρίδη «με την καταστροφή της βασιλικής νεκρόπολης των Αιγών το 276 π.Χ. από τους Γαλάτες μισθοφόρους του Πύρρου που μαρτυρείται από τον Διόδωρο, ωστόσο και στους τρεις τάφους υπάρχουν ακόμη έντονα ίχνη από τις επιβλητικές ταφικές πυρές στις οποίες δαπανήθηκαν τα σώματα των νεκρών. Ένα χρυσό βελανίδι που βρέθηκε στον κιβωτιόσχημο τάφο μαρτυρά την παρουσία χρυσού στεφανιού βελανιδιάς, γεγονός που σημαίνει ότι ο κάτοχος του ήταν άντρας. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγούν και τα ίχνη από έναν χάλκινο φολιδωτό θώρακα που βρέθηκαν στον υπόστυλο τάφο, ενώ δεν λείπουν και τα χρυσά δισκάρια με το χαρακτηριστικό αστέρι που βρέθηκαν παρά τη σύληση και στους τρεις τάφους. Ανάμεσα στον υπόστυλο τάφο και στον κιβωτιόσχημο τάφο στον οποίο βρέθηκε το χρυσό ανάγλυφο με τους πολεμιστές από την διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας, σχεδόν στην επιφάνεια του εδάφους και παρά τις πολυποίκιλες σύγχρονες παρεμβάσεις, βρέθηκε δάπεδο στρωμένο με βοτσαλωτό το μήκος του οποίου ξεπερνά τα 15 μέτρα καθώς και κομμάτια από λευκά και χρωματιστά επιτοίχια κονιάματα τοίχων. Το οικοδόμημα που είχε λιθολογηθεί βάναυσα δεν άφησε άλλα ίχνη, ωστόσο τα θραύσματα από αλαβάστρινα μυροδοχεία και μια χάλκινη επικασιτερωμένη φιάλη που βρέθηκαν επάνω στο δάπεδο αποτελούν ίσως ενδείξεις ταφικής λατρείας, ενώ ένα νόμισμα Περδίκκα Β΄(454-413 π.Χ.) βοηθά στη χρονολόγηση. Με υπέργειο σήμα-μνημείο σχετίζονται και τα εξαιρετικής ποιότητας θραύσματα ενός πολύπλοκου μεγάλου ολόγλυφου φυτικού κοσμήματος με ελικωτά βλαστάρια μπουμπούκια και φύλλα άκανθας που ανακαλεί το κεντρικό ακρωτήριο του Παρθενώνα, τα οποία βρέθηκαν διάσπαρτα στην περιοχή του υπόστυλου τάφου, ενώ η στρωματογραφία δείχνει ότι στην περιοχή της συστάδας πιθανότατα υπάρχουν ακόμη τρεις – τέσσερεις τάφοι. Η ολοκλήρωση της ανασκαφής, η συντήρηση και η μελέτη των ευρημάτων θα βοηθήσουν να αποσαφηνιστεί η εικόνα και δεν αποκλείεται να προκύψουν στοιχεία που θα βοηθήσουν τη συσχέτιση των μνημείων με τα πρόσωπα που από τον Αμύντα Α΄(530-498π.Χ.) και τον Αλέξανδρο Α΄(498-454π.Χ.) μέχρι τον Φίλιππο Β΄(359-336 π.Χ.) καθόρισαν τις τύχες του βασιλείου».
Μυστηριώδες γεγονός
Ιδιαίτερα εντυπωσιακό, ωστόσο, είναι πέρα από αυτά τα βασιλικά μνημεία το μυστηριώδες γεγονός που στοιχειώνει τα λείψανα του υπόστυλου τάφου σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη: «Δεκαπέντε άλογα, μερικά σκυλιά, μια ντουζίνα ενήλικες, κάμποσα μωρά και νήπια πετάχτηκαν νεκρά μαζί με ένα φόρτωμα αγγεία και κεραμίδια (κυρίως καλυπτήρες) κομμάτια από μια μαρμάρινη επιτύμβια στήλη και έναν κατάδεσμο στον άδειο βασιλικό τάφο που είχε ήδη εν μέρει λιθολογηθεί και έγινε αποθέτης του μακάβριου συνόλου. Η στρωματογραφία, τα οστά που φαίνονται να αποτέθηκαν συναρθρωμένα και τα αγγεία που συγκολλούνται από θραύσματα διάσπαρτα σε όλο το πάχος της επίχωσης μαρτυρούν ότι δεν ήταν μια σταδιακή απόθεση αλλά ένα συγκεκριμένο γεγονός, ένα τραγικό συμβάν που, όπως δείχνει η κεραμική και ένα χάλκινο νόμισμα, πρέπει να σχετίζεται με την καταστροφή των Αιγών που ακολούθησε την ήττα του Περσέα από τους Ρωμαίους στην Πύδνα το 168 π.Χ. και την κατάλυση του Μακεδονικού Βασιλείου».
Το χρυσό αυτό ανάγλυφο με αντίμαχους πολεμιστές από τη διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας είναι ένα από τα νέα σημαντικά ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη σε προσφάτως ανακαλυφθέντα βασιλικά ταφικά μνημεία της Βεργίνας
Το χρυσό αυτό ανάγλυφο με αντίμαχους πολεμιστές από τη διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας είναι ένα από τα νέα σημαντικά ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη σε προσφάτως ανακαλυφθέντα βασιλικά ταφικά μνημεία της Βεργίνας

Το χρυσό αυτό ανάγλυφο με αντίμαχους πολεμιστές από τη διακόσμηση χρυσοποίκιλτης ασπίδας είναι ένα από τα νέα σημαντικά ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη σε προσφάτως ανακαλυφθέντα βασιλικά ταφικά μνημεία της Βεργίνας
Ιστορικό προηγούμενων τάφων
Η σωστική ανασκαφή στον περιβάλλοντα χώρο του δημαρχείου της Βεργίνας έγινε αιτία πριν 15 χρόνια να έρθει στο φως μια ομάδα τάφων (πέντε λακκοειδείς και έξι μεγάλοι κτιστοί κιβωτιόσχημοι) που βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του νεκροταφείου των τύμβων, ανάμεσα σε αυτό και την αρχαϊκή νεκρόπολη των Αιγών, οι οποίοι χρονολογούνται από το πρώτο μισό του 6ου ως το τέλος του 5ου προχριστιανικού αιώνα. Σχεδόν όλοι ήταν συλημένοι, μερικοί μάλιστα και λιθολογημένοι σε σημαντικό βαθμό, ωστόσο το μέγεθος των ίδιων των ταφικών μνημείων, η πολυτέλεια των κτερισμάτων (χρυσά κοσμήματα, χρυσοποίκιλτα όπλα, πολύτιμα αγγεία και σκεύη κ.λ.π.) που βρέθηκαν παρά την σύληση και εντυπωσιάζουν με την ποικιλία, την ποιότητα και την ποσότητά τους, κερδίζοντας επάξια τον χαρακτηρισμό «θησαυροί», καθώς και η χρήση του εθίμου της καύσης με μεγαλοπρεπείς νεκρικές πυρές και πλούσιες προσφορές που ανακαλούν τις ταφικές αντιλήψεις των επών και προοιωνίζονται την ταφή του Φιλίππου Β΄ μας έκαναν να θεωρήσουμε από την αρχή αυτή την ταφική συστάδα βασιλική και να την ονομάσουμε «συστάδα των Τημενιδών».
Στην ίδια ομάδα ανήκει προφανώς και ένας κατεστραμμένος μακεδονικός τάφος με ιωνική πρόσοψη που ερευνήθηκε στο βορειοανατολικό άκρο της συστάδας το 1987 από την κ. Στέλλα Δρούγου. Ο τάφος αυτός που χρονολογείται στο τέλος του 4ου προχριστιανικού αιώνα τεκμηριώνει την χαρακτηριστική για τις βασιλικές ταφικές συστάδες διαχρονική χρήση που εδώ πλησιάζει τους τρεις αιώνες ακολουθώντας προφανώς την εξέλιξη της δυναστείας των Τημενιδών.
Με ιδιαίτερα βαθύ προθάλαμο (προθάλαμος πλάτος 3,85 Χ μήκος 3,55 μ., θάλαμος πλάτος 3,85Χ μήκος 4,30μ.), μια ιδιομορφία που παρουσιάζει και ο τάφος του Φιλίππου Β΄ και προκύπτει από την ανάγκη να τοποθετηθεί στον προθάλαμο του μια δεύτερη κλίνη για τη νεκρή που βρισκόταν θαμμένη εκεί, ο ιωνικός τάφος της «συστάδας των Τημενιδών» φαίνεται πως φιλοξενούσε δύο ταφές, μία στον θάλαμο (του άνδρα στον οποίο ανήκε το σιδερένιο κράνος που βρέθηκε εκεί) και μία στον προθάλαμο.
Πηγές: Γ. Σωτηροπούλου, Αγγελιοφόρος, Καθημερινή
Maccunion
Οι Μακεδονικοί τάφοι – Μέρος Ε’ (τελευταίο) – Τοπογραφία των μακεδονικών τάφων
Χάρτης της Ελλάδας όπου σημειώνονται οι θέσεις των μακεδονικών τάφων.
Οι μακεδονικοί τάφοι που έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα είναι 70 συνολικά. Από αυτούς οι 62 βρίσκονται στην περιοχή της Αρχαίας Μακεδονίας, 6 στη νότια Ελλάδα και 2 στη Μικρά Ασία.
Η γεωγραφική κατανομή δικαιολογεί το χαρακτηρισμό τους ως “μακεδονικών”, και βεβαιώνει ότι ανταποκρίνεται σε κοινωνικές δομές και ταφικά έθιμα των Μακεδόνων. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των τάφων το συναντούμε στο χώρο της “Κάτω Μακεδονίας” (κατά την αρχαία ορολογία), δηλαδή της σημερινής κεντρικής Μακεδονίας.
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε δύο κυρίως θέσεις έχουν αποκαλυφθεί ως τώρα οι περισσότεροι και πιο επιβλητικοί “μακεδονικοί” τάφοι: στη Βεργίνα 11 και στα Λευκάδια 7. Ακόμη είναι αξιοσημείωτο ότι στην περιοχή της Πέλλας έχει επισημανθεί μόνο ένας μακεδονικός τάφος ως τώρα. Βρίσκεται μάλιστα σε απόσταση 7 χλμ. από την πόλη.
Οι Μακεδονιοί τάφοι – Μέρος Δ’ – Ταφικά έθιμα και κτερίσματα των μακεδονικών τάφων
Χρυσός γωρυτός (είδος φαρέτρας) με ανάγλυφη παράσταση κατάληψης πόλης, από τον τάφο του Φιλίππου, β’ μισό 4ου αι. π.Χ, Θεσσαλονίκη, Αρχαιολογικό Μουσείο.
Στη Μακεδονία, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ο τρόπος ταφής ήταν θέμα προσωπικής επιλογής και οικονομικών δυνατοτήτων. Ο ενταφιασμός χρησιμοποιούνταν παράλληλα με τη δαπανηρότερη καύση του σώματος.
Η αρχαϊκή μορφή της μακεδονικής κοινωνίας και πολιτείας εξηγεί το μεγάλο μέγεθος των τάφων και τον εξαιρετικό πλούτο των κτερισμάτων τους, που τους διαφοροποιεί από τους σύγχρονούς τους των υπόλοιπων ελληνικών περιοχών.
Ειδικά κατασκευασμένες σαρκοφάγοι και πολύτιμα τεφροδόχα δοχεία δέχονταν τα σώματα και τα καμένα οστά των νεκρών αντίστοιχα. Μέσα στον τάφο τοποθετούσαν αντικείμενα που χρησιμοποιούσε στη ζωή του ο νεκρός: όπλα και συμποσιακά σκεύη για τους άντρες και κοσμήματα για τις γυναίκες. Ειδώλια και λατρευτικά σκεύη ήταν οι προσφορές των οικείων για τη μεταθανάτια ζωή.
Σε περίπτωση καύσης τα υπολείμματα των προσφορών τοποθετούνταν μετά τον ενταφιασμό πάνω από τον τάφο. Ίχνη από τις ενδεχόμενες τελετές που ακολουθούσαν ή επαναλαμβάνονταν σε τακτά διαστήματα προς τιμήν των νεκρών δεν έχουν σωθεί, παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις όπως στους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας.
Οι Μακεδονικοί τάφοι – Μέρος Γ’ – Η διακόσμηση των μακεδονικών τάφων
Η λίθινη σαρκοφάγος, που περιείχε χρυσή λάρνακα, από τον τάφο του Φιλίππου, γ’ τέταρτο 4ου αι. π.Χ., Θεσσαλονίκη, Αρχαιολογικό Μουσείο.
Οι μακεδονικοί τάφοι, ως τελευταία κατοικία του νεκρού, έφεραν πλούσια διακόσμηση. Κοσμοφόροι με φυτικά μοτίβα, ζωφόροι με σκηνές κυνηγιού, μετόπες και μετακιόνια με πολεμιστές και κριτές του Κάτω Κόσμου, κοσμούσαν τις ιωνικές ή δωρικές προσόψεις των τάφων.
Πολλές φορές υπήρχε γραπτός διάκοσμος και στους εσωτερικούς τοίχους: αρματοδρομίες, σκηνές μάχης, έντονα κινημένες μορφές καθώς και φυτικά μοτίβα και άψυχα αντικείμενα.
Ακόμη, στο θάλαμο, όπως και στον προθάλαμο, τοποθετούσαν λίθινες κλίνες σε απομίμηση συμποσιακών, κατάκοσμους θρόνους, μαρμάρινες σαρκοφάγους με τις λάρνακες των οστών των νεκρών.
Σε άλλες περιπτώσεις στους τοίχους διαμορφώνονταν κτιστές τράπεζες, θρόνοι και βάθρα, ενώ στους οικογενειακούς τάφους υπήρχαν ειδικές κόγχες-θήκες για την εναπόθεση της τέφρας των νεκρών.
Οι Μακεδονικοί τάφοι – Μέρος Β’ – Καταγωγή και μορφολογική εξέλιξη των μακεδονικών τάφων
Άποψη των ερειπίων του κιβωτιόσχημου τάφου της Κατερίνης, γύρω στα μέσα του 4ου αι. π.Χ.,
Τάφος της Κατερίνης.
Έντονες διαφωνίες μεταξύ των επιστημόνων έχει προκαλέσει η συζήτηση σχετικά με την καταγωγή της καμάρας των μακεδονικών τάφων. Η άποψη που απέδιδε το στοιχείο αυτό σε ξένα πρότυπα αντικρούεται από τα δεδομένα της έρευνας. Φαίνεται ότι οι μακεδονικοί τάφοι αποτελούν το προϊόν μιας μακράς εξελικτικής πορείας που είχε ως αφετηρία της τους παραδοσιακούς κιβωτιόσχημους τάφους.
Οι θαλαμοειδείς κιβωτιόσχημοι τάφοι της Αιανής και της Βεργίνας του 5ου αι. π.Χ. είναι τα πρώτα δείγματα ταφικών κτισμάτων που εξαιτίας του μεγαλύτερου από το κανονικό μεγέθους τους δημιουργούν προβλήματα ως προς τη στέγασή τους. Ακολουθεί ο τάφος της Κατερίνης που χρονολογείται πριν από τα μέσα του 4ου αι.και συνδυάζει την κάτοψη ενός διθάλαμου μακεδονικού τάφου μετην οριζόντια οροφή ενός κιβωτιόσχημου.
Ο “τάφος της Περσεφόνης” των μέσων του 4ου αι. είναι ένας υπερμεγέθης κιβωτιόσχημος τάφος με οριζόντια στέγη από πωρολίθους που στηρίζονταν σε σανίδες. Αυτοί οι μεγάλοι κιβωτιόσχημοι τάφοι του 5ου και του 4ου αι. φανερώνουν τη διάθεση της ηγετικής τάξης των Μακεδόνων για κατασκευή μνημειακών ταφικών κτισμάτων.
Μετά από διάφορους πειραματισμούς που αποσκοπούσαν στην ανεύρεση ασφαλέστερων τρόπων στέγασης αυτών των μεγάλων χώρων, οι τεχνίτες κατέληξαν στη λύση της καμαρωτής οροφής. Ο αρχαιότερος μακεδονικός τάφος, ο τάφος της Ευρυδίκης, που χρονολογείται γύρω στο 340 π.Χ., στεγάζεται με καμάρα. Όμως όλος ο τάφος είναι εγκιβωτισμένος μέσα σε μία παραλληλεπίπεδη κατασκευή, καθώς οι τεχνίτες δεν ήταν μάλλον αρκετά βέβαιοι για την ανθεκτικότητα της καμάρας.
Ένα άλλο στάδιο στην εξέλιξη των μακεδονικών τάφων αντιπροσωπεύει ο τάφος της Βεργίνας με την πρόστυλη τετράστυλη πρόσοψη. Πρόκειται για το μοναδικό μακεδονικό τάφο με ελεύθερη κιονοστοιχία. Πλήρως αναπτυγμένος ο τύπος του μακεδονικού τάφου παρουσιάζεται στον τάφο του Φιλίππου.
Οι Μακεδονικοί τάφοι – Μέρος Α’ – Ορισμός των μακεδονικών τάφων
Η πρόσοψη του τάφου με τη χαμένη σήμερα ζωφόρο και τις διακοσμητικές ασπίδες, 310-300 π.Χ.,
Βεργίνα, ‘Tάφος του Πρίγκιπα’.
Ο Πλάτωνας, στους “Νόμους” του, δίνει τον παλαιότερο και ίσως ακριβέστερο ορισμό του λεγόμενου μακεδονικού τάφου περιγράφοντας τον τάφο των “ευθύνων”, δηλαδή των θείων αρχόντων των αρχόντων: “Ο τάφος τους θα οικοδομηθεί σε σχήμα υπόγειας προμήκους καμάρας από πωρόλιθους όσο το δυνατό ανθεκτικούς και θα έχει κλίνες παράλληλες τη μία στην άλλη. Εκεί θα εναποθέσουν το νεκρό, θα καταχώσουν τον τάφο σε κυκλικό τύμβο και γύρω του θα φυτέψουν άλσος εκτός από μία πλευρά ώστε να μπορεί να επεκτείνεται με την προσθήκη νέων ταφών.”
Οι νεότερες έρευνες επιβεβαιώνουν την πλατωνική περιγραφή. Οι μακεδονικοί τάφοι, που σχηματίζουν μία ιδιαίτερη κατηγορία υπόγειων θαλαμοειδών οικοδομημάτων, συναντώνται κυρίως στη Μακεδονία. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η καμαρωτή οροφή. Αποτελούνται από έναν ευρύχωρο νεκρικό θάλαμο τετράγωνο ή ορθογώνιο στην κάτοψη. Πολλές φορές έχουν και προθάλαμο που επικοινωνεί με τον κυρίως νεκρικό χώρο με θυραίο άνοιγμα.
Η είσοδος βρίσκεται στην πρόσοψη και πλαισιώνεται συχνά από παραστάδες και υπέρθυρο. Όταν υπάρχουν θυρόφυλλα, είναι ξύλινα ή μαρμάρινα σε απομίμηση ξύλινων. Η πρόσοψη είναι συνήθως απλή, στους μεγαλύτερους όμως τάφους παρουσιάζει αρχιτεκτονική διαμόρφωση. Σχεδόν πάντα κυκλικός τύμβος καλύπτει τους μακεδονικούς τάφους, ενώ κτιστός δρόμος οδηγεί σε ορισμένους από αυτούς.
Οι μακεδονικοί τάφοι κατασκευάζονταν συνήθως από πωρόλιθους. Οι επιφάνειες των τοίχων καλύπτονται με κονίαμα που σε ορισμένες περιπτώσεις φέρει και ζωγραφιστή διακόσμηση. Οι πρώτοι μακεδονικοί τάφοι κατασκευάστηκαν λίγο μετά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. και οι τελευταίοι χρονολογούνται στα μέσα του 2ου αι. π.Χ.