Archive

Archive for the ‘Μακεδονομάχοι’ Category

Γεώργιος Μόδης, ο διηγηματογράφος του Μακεδονικού Αγώνος

Σχόλιο MacedonianAncestry: Η περιοχή “Μοναστήρι” που αναφέρεται πιο κάτω, είναι η σημερινή “Μπίτολα” (Bitola) των Σκοπίων που σαφέστατα ήταν Ελληνική περιοχή και όχι “Μακεδονική”

Ο Γεώργιος Μόδης (14 Μαΐου 1887 – 18 Ιουνίου 1975) ήταν πολιτικός και ένας από τους κυριότερους συγγραφείς του Μακεδονικού αγώνα, στον οποίο έλαβε μέρος μόλις αποφοίτησε το 1906 από το Γυμνάσιο του Μοναστηριού Πελαγονίας, ως μέλος του ανταρτικού σώματος του Γ.Βολάνη.

Ο Γεώργιος Μόδης γεννήθηκε το 1887 στο Μοναστήρι Πελαγονίας. Τελείωσε το γυμνάσιο Μοναστηρίου και στη συνέχεια κατατάχθηκε στο αντάρτικο σώμα του Κρητικού Γ. Βολάνη που δρούσε στο Μορίχοβο. Συμμετείχε σε πολλές συμπλοκές με Βούλγαρους κομητατζήδες και Οθωμανικά στρατεύματα και τραυματίστηκε σε μάχη με Οθωμανικό στρατό στη Μπέσιστα του Μοριχόβου. Μετά τον τραυματισμό του εγκατέλειψε την ένοπλο δράση και η Εσωτερική Οργάνωση Μοναστηρίου τον διόρισε γραμματέα στη Μητρόπολη Μογλενών και Φλωρίνης, στη Φλώρινα, το 1909, όπου υπηρέτησε για μικρό διάστημα. Στη συνέχεια επέστρεψε στο Μοναστήρι και δημοσιογράφησε στην εφημερίδα Φως που εξέδιδε η Πολιτική Λέσχη Μοναστηρίου.

Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εμπορικές επιστήμες στην Ακαδημία Όθωνος Ρουσόπουλου. Εκλέχτηκε επί σειρά ετών, βουλευτής Φλώρινας και διατέλεσε Νομάρχης Φλώρινας. Την περίοδο 1932 – 1933 ανέλαβε Γενικός Διοικητής Ηπείρου. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, συνελήφθη από τους Γερμανούς και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο “Παύλου Μελά” στη Θεσσαλονίκη. Μετά την απόλυσή του από τις φυλακές, φυγαδεύτηκε στη Μέση Ανατολή. Τον Οκτώβριο του 1944 επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε από τον Γεώργιο Παπανδρέου, Γενικός Διοικητής Μακεδονίας. Το 1950 ανέλαβε Υπουργός Εσωτερικών και το 1951 υπουργός Παιδείας. Ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό έργο με κυριότερα έργα τα: “Μακεδονικές Ιστορίες” και “Αγώνες στη Μακεδονία” του οποίου τη συγγραφή δεν πρόλαβε να τελειώσει, καθώς πέθανε στις 18 Ιουνίου του 1975. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, και οργάνωσε πολλές επιτροπές Μακεδονομάχων με σκοπό την ανέγερση ανδριάντων των Μακεδονομάχων. Διατέλεσε πρόεδρος της επιτροπής για την ανέγερση αγαλμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου και του Αριστοτέλη. Κατά τη διάρκεια της επταετίας εξαναγκάστηκε από το καθεστώς, να παραιτηθεί από την προεδρία της επιτροπής.[1]

Πηγή: Wikipedia

ΚΑΤΑΡΡΕΕΙ, ΚΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΝΟΙΑΖΕΤΑΙ, ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΣΠΥΡΟΥ ΣΠΥΡΟΜΗΛΙΟΥ!

Το σπίτι του αξιωματικού της ελληνικής χωροφυλακής, που διακρίθηκε στον Μακεδονικό Αγώνα και στους Βαλκανικούς Πολέμους, Σπύρου Σπυρομήλιου (1864-1930), ο οποίος κατάγονταν από τη Χειμάρρα, καταρρέει, εγκαταλελειμμένο.

Είναι πραγματικά, ντροπή για την Ελλάδα, να αφήνει ένα μνημείο να καταστρέφεται. Θα μπορούσε, σε συνεργασία με τις αλβανικές αρχές, να αναστηλώσει την ιστορική οικία. Δεν αξίζει τέτοια περιφρόνηση ένας φλογερός Έλληνας αγωνιστής. Με το πέρας των Βαλκανικών Πολέμων, η Ελλάδα υποχρεώθηκε, βάσει συνθηκών, να αποσύρει τον στρατό της από την περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Όμως ο Σπ. Σπυρομήλιος, στις 9 Φεβρουαρίου 1914, δεν εκτέλεσε την διαταγή της αποχώρησης, αντ’ αυτού ανακήρυξε την αυτονομία της περιοχής και οργάνωσε τοπικές ένοπλες ομάδες, τους λεγόμενους «Ιερούς Λόχους». Προσχώρησε στην προσωρινή Κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου που ορίστηκε στο Αργυρόκαστρο την 17 Φεβρουαρίου 1914. Μέχρι την επανείσοδο του ελληνικού στρατού στην Β. Ήπειρο, η περιοχή δέχθηκε αρκετές συνδυασμένες επιθέσεις από την νεοσυσταθείσα αλβανική χωροφυλακή καθώς και Αλβανούς ατάκτους, που αποκρούστηκαν με επιτυχία, ιδιαίτερα λόγω των στρατιωτικών ικανοτήτων του Σπ. Σπυρομήλιου. Την περίοδο του εθνικού διχασμού η περιοχή της Χειμάρρας, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Βορείου Ηπείρου (πλην Κορυτσάς που προσχώρησε στους Βενιζελικούς) κατελήφθη από τον ιταλικό στρατό. Ο ίδιος εξελέγη στις εκλογές του Μαϊου του 1915 βουλευτής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα. Τον αυτονομιστικό αγώνα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Χειμάρρα, συνέχισε ο αδελφός του Νίκος Σπυρομήλιος. Το 1926 αποστρατεύτηκε με το βαθμό του Συνταγματάρχη και τέθηκε τιμητικά σε διαθεσιμότητα.

Πηγή: Αιώνια Ελληνική Πίστη

Μακεδονομάχοι, Μακεδονικός Αγώνας (Video – Μέρος Β’)

Μακεδονομάχοι, Μακεδονικός Αγώνας (Video – Μέρος Α’)

Τέλλος Άγρας (Σαράντος Αγαπηνός)

Τέλλος Άγρας (Σαράντος Αγαπηνός) 1880-1907

Σαράντος Αγαπηνός του Ανδρέου, ήταν το πραγματικό όνομα του Μακεδονομάχου και ανθυπολοχαγού του Ελληνικού Στρατού που έμεινε στην ιστορία με το πολεμικό ψευδώνυμο Τέλλος Άγρας. Καταγόταν από τους Γαργαλιάνους της Πελοποννήσου, γεννήθηκε το 1880 στο Ναύπλιο και μεγάλωσε σε οικογένεια, η οποία είχε προσφέρει στο Έθνος πολλούς αγωνιστές του 1821. Ο Σαράντος Αγαπηνός είχε δυο αδελφούς, τον Αντώνη (Τρίπολη 1877 – Σύρος Ιαν. 1923) και το Νίκο (Ναύπλιο 1890 – Beni Suef Αιγύπτου 1947).

Η μία γιαγιά του ήταν της οικογενείας Παπατζώνη, επίσης οικογένεια ηρώων του Αγώνα της Παλιγγενεσίας, της οποίας γόνος ήταν και ο σημαντικός ποιητής μας Τ. Π. Παπατζώνης. Ο παππούς του Αντώνιος Αγαπηνός ήταν Έφορος της Επιμελητείας του Αγώνα για την περιοχή των Γαργαλιάνων. Ο αδελφός του παππού του Διονύσιος ή Νιόνιος Αγαπηνός ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Το όνομά του το βρίσκουμε ακόμη στη μαύρη λίστα της φοβερής αστυνομίας του Τσάρου, διότι μαζί με άλλους Έλληνες Επαναστάτες πατριώτες συνέδραμαν τους περίφημους Δεκεμβριστές τους Ρώσσους Επαναστάτες του Δεκεμβρίου του 1825.

Κατά την διάρκεια της μεγάλης Ελληνικής Επαναστάσεως ο Νιόνιος Αγαπηνός, επικεφαλής πολεμικού σώματος από 100 Γαργαλιανιώτες, λαμβάνει μέρος μαζί με το Γενναίο Κολοκοτρώνη, τον Κων/νο Δεληγιάννη και τον Δημητράκη Πλαπούτα στη πολιορκία του Νιόκαστρου στην Πύλο, στην θέση των Παλαιών Πατρών, στην Εκστρατεία της Αθήνας και στα Δερβενάκια κατά του Δράμαλη, όπου επέδειξε μεγάλη γενναιότητα και ηρωισμό.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο, ότι τον Οκτώβριο του 1895 ο Τέλλος Αγαπηνός εισάγεται στη Σχολής των Ευελπίδων και φορά με υπερηφάνεια τη στολή του Εύελπη. Στη Σχολή διαπρέπει. Βρίσκεται ανάμεσα στους δύο καλύτερους μαθητές. Μέσα από το προσωπικό του ημερολόγιο φαίνεται η πίστη του στις ακατάλυτες αξίες που τον συνόδευσαν σε όλη του τη ζωή.

Το 1901 αποφοιτεί από τη Σχολή Ευελπίδων και τοποθετείται στη φρουρά της Αθήνας, στο 7ο Σύνταγμα. Λίγους μήνες μετά την αποφοίτησή του ζητάει από τον τότε Διάδοχο Κωνσταντίνο να μετατεθεί στα σύνορα. Έκπληκτος ο Διάδοχός τον μεταθέτει τον Φεβρουάριο του 1902 στον Τύρναβο, λέγοντάς του ότι πρώτη φορά του ζητά αξιωματικός την χάρη να τον στείλει στα σύνορα. Άλλοι του ζητούσαν να μείνουν στην Αθήνα για να κάνουν βόλτες στα καφενεία της οδού Πατησίων.

Στο συνοριακό φυλάκιο που υπηρέτησε έγινε ήρωας αρκετών επεισοδίων με τους απέναντι Τούρκους. Σε μια περίπτωση μάλιστα, πήδησε τα σύνορα και μπήκε στο Τούρκικο φυλάκιο προκειμένου να φέρει πίσω ένα όπλο Γκρας που ανήκε στον Ελληνικό Στρατό και το κρατούσαν οι Τούρκοι από τον πόλεμο του 1897. Μετά το επεισόδιο αυτό, έλεγε στους παλαιότερους αξιωματικούς συναδέλφους του για τους Τούρκους: «Απορώ, βρε αδελφέ, πώς τέτοια ζώα σας εκυνήγησαν στον πόλεμο του 1897».

Οι προτομές των δύο μακεδονομάχων στο σημείο όπου απαγχονίστηκαν στις 7-6- 1907 από Βούλγαρους κομιτατζίδες
Προτομή Τέλλου Άγρα
Τέλλος Άγρας
Προτομή Αντωνίου Μίγγα
Αντώνης Μίγγας

Στη Μακεδονία πήγε εθελοντικά κατόπιν επανειλημμένων δικών του προσπαθειών, ενώ οι ανώτεροί του δεν του έδιναν άδεια, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Αναγκάστηκε να καταφύγει στη μεσολάβηση του φίλου του Μακεδονομάχου Υπολοχαγού Ν. Ρόκκα (καπετάν Κολιός). Τελικά τού έδωσαν την άδεια, διορίζοντάς τον αρχηγό ενός ανταρτικού σώματος, το οποίο προετοίμαζε στο Βόλο ο καπετάν Ακρίτας (Κωνσταντίνος Μαζαράκης). Και μια νύχτα του Σεπτεμβρίου του 1906, αυτός αρχηγός με καπετάνιο τον Γεώργιο Τηλιγάδη και δώδεκα ευζώνους Ρουμελιώτες φεύγουν με ιστιοφόρο από το Τσάγεζι (το σημερινό Στόμιο) της Λάρισας για τη Μακεδονία.

Μαζί με το σώμα του Άγρα, το Γενικό Προξενείο Θεσσαλονίκης αποστέλλει στη λίμνη των Γιαννιτσών δύο ακόμα νεοσυγκροτηθέντα ελληνικά σώματα, τα σώματα του Υπολοχαγού του Πεζικού Σάρρου Κωνσταντίνου (Κάλα) και Ανθυποπλοίαρχου Δεμέστιχα Ιωάννη (Νικηφόρου) με εικοσιπέντε άνδρες ο καθένας. Πρωταρχική αποστολή των σωμάτων ήταν η απομάκρυνση των βουλγαρικών συμμοριών από τη λίμνη, οι οποίες είχαν εγκατασταθεί με ισχυρές δυνάμεις στο νοτιοδυτικό τμήμα της, έτσι ώστε να μπορεί να αποτελέσει βάση εξόρμησης και κέντρο ανεφοδιασμού των ελληνικών σωμάτων για τις περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας.

Ο Βάλτος ήταν μία τεράστια περιοχή 100 τετραγωνικών χιλιομέτρων νότια των Γιαννιτσών. Λάσπη, πυκνοί καλαμιώνες μαζί με βούρλα και ραγάζι, ψηλό ως δύο μέτρα. Τα φυλλώματα των φυτών ήταν τόσο πυκνά που δεν έβλεπες πέρα από λίγα μέτρα. Κουνούπια, ψάρια, χέλια, αλλά και βατράχια και βδέλλες, το κάθε είδος κατά μυριάδες, αποτελούσαν τον πλούτο του βυθού. Νερόκοτες, αγριόπαπιες, αγριόχηνες και άλλα υδρόβια πουλιά έβρισκαν άσυλο στη λίμνη. Στη δασωμένη ακρολιμνιά λούφαζαν διάφορα αγρίμια, όπως αλεπούδες, κουνάβια, αγριόχοιροι και λύκοι, που κατέβαιναν ως εκεί το χειμώνα. Τις φωνές αυτών των ζώων μιμούντο οι κομιτατζήδες για να συνεννοούνται μεταξύ ξηράς και καλυβών.

Ο βούρκος ανέδιδε αναθυμιάσεις αποπνικτικές. Η ζωή μέσα στη λίμνη ήταν πραγματικό μαρτύριο. Το καλοκαίρι οι ελώδεις πυρετοί οργίαζαν. Δεν υπήρχε κάτοικος της λίμνης που να μην έχει προσβληθεί. Έτσι κάθε ατσαλένιος οργανισμός μετά από λίγους μήνες έφευγε απ’ το Βάλτο παίρνοντας στα σωθικά του τη θανατηφόρο ελονοσία και τους ρευματισμούς, που γρήγορα τον οδηγούσαν στο θάνατο ή τον κάρφωναν για πολλά χρόνια στο κρεβάτι του πόνου και της φθοράς. Γι’ αυτό κανένας Μακεδονομάχος, λένε, δεν είχε αντέξει να μείνει στη Λίμνη των Γιαννιτσών πάνω από έξι μήνες, εκτός από τον ντόπιο οπλαρχηγό, τον Καπετάν Γκόνο Γιώτα, που άντεξε μέσα εκεί όλα τα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα.

ΠλάβαΠλάβα στη Λίμνη των Γιαννιτσών

Την απέραντη αυτή λίμνη εκμεταλλεύονταν ψαράδες από τα γύρω χωριά. Πήγαιναν εκεί να κόψουν το χρήσιμο ραγάζι. Μ’ αυτό γέμιζαν στρώματα και έφτιαχναν σαμάρια για τα ζώα. Μάζευαν βδέλλες που τις πουλούσαν στο εξωτερικό, για ιατρική, τότε, χρήση, και κυνηγούσαν τις αγριόπαπιες και τα άλλα χρήσιμα ζώα της λίμνης. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να γυρίσουν στο χωριό τους αυθημερόν, έφτιαχναν «πατώματα» μέσα στη λίμνη από δέντρα, χοντρές ρίζες από καλάμια που τα συνέδεε μεταξύ τους με δοκούς και έριχναν επάνω χώμα. Αργότερα, πάνω στα πατώματα έβαζαν πασσάλους και πλέκοντας το ραγάζι έφτιαχναν τοίχους και τριγωνική ή κωνική στέγη. Αυτές ήταν οι «καλύβες». Στο μέσον της καλύβας είχαν φτιάξει και εστία που έκαιγε με υδροχαρή φυτά, που έβγαζαν περισσότερο καπνό παρά φωτιά. Στις καλύβες έφταναν εύκολα με τις πλάβες, τις βάρκες δίχως καρίνα που εύκολα αναποδογύριζαν αλλά μπορούσαν να κινούνται και σε ρηχά νερά χρησιμοποιώντας το πλατσί, ένα ειδικό κουπί. Κάποτε υπήρχε και ένα δεύτερο πλατσί που το χρησιμοποιούσε ο πλαβαδόρος για τιμόνια της πλάβας. Έτσι η λίμνη έγινε και καταφύγιο κάθε κακοποιού στοιχείου, όπως ληστών, φυγοδίκων και λιποτακτών.

Οι Βούλγαροι μετά την αποτυχία της Επανάστασης του Ίλιντεν, το 1903, καταδιωκόμενοι από τα τουρκικά αποσπάσματα βρήκαν καταφύγιο στη λίμνη. Έτσι ανακάλυψαν και σιγά-σιγά εκτόπισαν τους ψαράδες. Όλος ο γύρω κάμπος καταδυναστευόταν από τους κομιτατζήδες αυτούς, που την ημέρα έβγαιναν και τρομοκρατούσαν τα γύρω χωριά και το βράδυ τρύπωναν στις κρυφές και απόρθητες έως τότε καλύβες τους. Έτσι, σιγά-σιγά αναγκάζονταν οι δυστυχείς αυτοί Έλληνες χωριάτες να δηλώνουν υποταγή στους αδίστακτους κομιτατζήδες, γιατί διαφορετικά αντιμετώπιζαν το δολοφονικό μαχαίρι, τη φωτιά και το δυναμίτη.

Ο Τέλλος Άγρας με υπόλοιπους μακεδονομάχουςΟ Τέλλος Άγρας με το σώμα του

Μπροστά στην κατάσταση αυτή το Προξενείο μας στη Θεσσαλονίκη αποφάσισε να δράσει μέσα στη λίμνη, στην ίδια τη φωλιά των Κομιτατζήδων. Ο Άγρας, λοιπόν, ανέλαβε να τους εκδιώξει από το Βάλτο. Προκαλώντας τους να αναμετρηθούν μαζί του, κατάφερε να καταλάβει την περίφημη Καλύβα των Βουλγάρων, γνωστή με το όνομα Κούγκα.

Στις 14 Νοεμβρίου του 1906, ο Τέλλος Άγρας εξορμά για να καταλάβει την κεντρική βουλγαρική καλύβα του Ζερβοχωρίου. Καθώς όμως δεν είχε επαρκή δύναμη για να προκαλέσει αντιπερισπασμό στις γειτονικές βουλγαρικές καλύβες, βρέθηκε ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Στην πεισματώδη σύγκρουση οι απώλειες ήταν τρεις σύντροφοι του Άγρα νεκροί (ο Δημ. Μακρακιώτης από την Δωρίδα, ο Γεώργιος Θεμελής από την Καστοριά καί ο Φώτης Τριζόπουλος από την Κουλακιά) και τρεις τραυματίες μεταξύ των οποίων ο υπαρχηγός του Τυλιγάδης, καθώς και ο ίδιος Άγρας, ο οποίος τραυματίστηκε στον δεξιό ώμο και στο δεξί χέρι.

Το κέντρο του αγώνα κάλεσε τον Άγρα να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να γιατρευτεί από τα τραύματά του. Στη Θεσσαλονίκη παραμένει για λίγες μόνο ημέρες. Το μυαλό του βρίσκεται πίσω στο Βάλτο και τα παλληκάρια του. Χωρίς να έχει αποθεραπευθεί γυρίζει στη λίμνη και συνεχίζει τον αγώνα ως το Φεβρουάριο του 1907. Στις φωτογραφίες που διασώθηκαν από την εποχή εκείνη, βλέπουμε τον Άγρα με τους συντρόφους του στο Βάλτο φορώντας γάντι στο δεξί χέρι γιατί του έλειπε η ονυχοφόρος φάλαγγα από το μεσαίο δάκτυλο του δεξιού χεριού του.

Τέλλος Άγρας - Φωτογραφία από το Μουσείο του Μακεδονικού ΑγώναΝοσηλεία του Σαράντου Αγαπηνού στο Προξενείο Θεσσαλονίκης
(η φωτογραφία είναι από το Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα)

Στο Βάλτο η υγεία του έχει βλαφθεί ανεπανόρθωτα. Τον Φεβρουάριο του 1907 το Κέντρο του Αγώνα της Θεσσαλονίκης τον στέλνει στην Νάουσα, απ’ όπου θα συνεχίσει την οργανωτική δουλειά» (Αθαν. Τερζάκης).

Κατά τη διάρκεια της θεραπείας του δε σταμάτησε να διευθύνει τον αγώνα της περιοχής του, πολλοί αγγελιοφόροι από τα πλησιέστερα χωριά τον επισκέπτονταν, για να λάβουν εντολές και να του υποβάλλουν τις αιτήσεις και τις πληροφορίες που είχαν.

Ο Άγρας ήταν αρχηγός με ακατάβλητη αγωνιστική διάθεση. Παρά τον κλονισμό της υγείας του και παρά τα τραύματά του εξακολουθούσε να παραμένει στο καθήκον, αν και θα μπορούσε να ζητήσει άμεση αποχώρηση στην ελεύθερη Ελλάδα. Η πίστη του για τον αγώνα και η αγάπη του για τη Μακεδονία δεν του επέτρεπαν να προβεί σε τέτοια ενέργεια, την οποία θεωρούσε εγκατάλειψη του αγώνα…

Το μνημείο που στήθηκε στο σημείο ταφής του Καπετάν Άγρα στην αυλή της εκκλησίας του χωριού Άγρας στην Έδεσσα στις 18 Οκτωβρίου 1912. Το όνομα «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙ» που αναγράφετε είναι λάθος. Ο λαός νόμιζε πως το «ΤΕΛΛΟΣ» προέρχεται από το όνομα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ενώ το σωστό είναι ΣΑΡΑΝΤΕΛΛΟΣ – από όπου βγαίνει και το «ΤΕΛΛΟΣ».
Μνημείο "Υπέρ πατρίδος"

Στη Νάουσα που παρέμεινε νοσηλευόμενος ο Άγρας διαπίστωσε ότι οι κομιτατζήδες των γύρω χωριών είχαν επιβάλλει έναν οικονομικό αποκλεισμό στην πόλη. Απαγόρευαν στους χωρικούς να πηγαίνουν στο παζάρι της Νάουσας, καθώς και για οικονομικές συναλλαγές, επί ποινή θανάτου. Αυτό το έκανε το Βουλγαρικό κομιτάτο για να μην επηρεάζονται οι χωρικοί από τους Έλληνες προκρίτους από τους οποίους λόγω της δημοσιονομικής και κοινωνικής δομής είχαν κάποια εξάρτηση. Έτσι οι έμποροι και οι βιομήχανοι της Νάουσας υπέφεραν και αναγκάζονταν να βρουν έναν τρόπο διευθέτησης του προβλήματος.

Αυτό το κλίμα επικρατούσε στη Νάουσα και πιο πριν, από την εποχή του προηγούμενου αρχηγού, του καπετάν Ακρίτα. Όπως προκύπτει από την αλληλογραφία του Ακρίτα, μερικοί πρόκριτοι Ναουσαίοι προσπαθούσαν να τα βρουν με τους κομιτατζήδες. Γι’ αυτό ο Άγρας μιλάει χλευαστικά για τους προκρίτους αυτούς, τους οποίους στην κρυπτογραφική αλληλογραφία του με το Προξενείο αποκαλεί «λεοντόκαρδους».

Ο Άγρας θέλησε να συναντήσει κάποιους από τους Βουλγαρόφρονες, γιατί και οι ίδιοι ήθελαν να επιστρέψουν στον Ελληνισμό. Σε ένα πρώτο σημείωμά του προς το κέντρο Θεσσαλονίκης με ημερομηνία 15 Μαρτίου 1907 αναφέρεται ένας πρώτος υπαινιγμός για μια συνάντηση : «Κατόρθωσα να φέρω ενταύθα κεφαλάς «Βρομερών» (εννοεί Βουλγάρων), οι οποίοι είχαν δύο έτη να έλθωσιν. Πιστεύω αν δεν συμβεί τίποτε το έκτακτον, κάτι θα επιτύχω. Πάντως, έχουν μετανιώσει βλέποντας το άδικο και το μάταιον του αγώνος ον διεξάγουν».

Ακόμη πιο ευδιάκριτος είναι ο υπαινιγμός : «Δεν κοιμούμαι διόλου την νύχτα, καθόσον μόνον την νύχτα έρχονται «Βρομεροί» και ομιλούμε. Τους βλέπω όλους έχοντας όρεξιν ΝΑ ΕΠΑΝΕΛΘΩΣΙΝ… Ίδωμεν».

Εντούτοις, τον Απρίλιο του 1907, το Προξενείο Θεσσαλονίκης αποφάσισε να αντικαταστήσει τους αρχηγούς και τους αντάρτες, οι οποίοι είχαν δοκιμαστεί και εξαντληθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ανάμεσά τους και ο Άγρας, του οποίου τα τραύματα δεν πάνε καθόλου καλά και η ελονοσία τον έχει καταστήσει πλέον φάντασμα του εαυτού του. Λίγο πριν φύγει από τα αιματοβαμμένα χώματα της αγαπημένης του Μακεδονίας θέλει να κάνει κάτι μεγάλο. Κάτι που αν πετύχει, ο Μακεδονικός Αγώνας στην περιοχή θα έληγε με νίκη κατά κράτος των ελληνικών δυνάμεων.

Ο Τέλλος Άγρας (κέντρο) με τους Σάρρο (αριστερά) και Νικηφόρο (δεξιά)Ο Τέλλος Άγρας (κέντρο) με τους Σάρρο (αριστερά) και Νικηφόρο (δεξιά)

Ο Άγρας φθάνοντας στη Μακεδονία, ήλθε σ’ επαφή με τους ανθρώπους που το Ελληνικό Προξενείο είχε επιφορτίσει να βοηθούν τους Μακεδονομάχους σε κάθε περιοχή. Έτσι και στη Νάουσα στην Επιτροπή Μακεδονικού Αγώνα συμμετείχε ένα εξέχον μέλος της τοπικής κοινωνίας. Ήταν ο βιομήχανος Ζαφείριος Λόγγος, ο οποίος διατηρούσε μεγάλο εργοστάσιο νηματουργίας στη Νάουσα με την επωνυμία : «Νηματουργία Λόγγου Κύρτση και Τουρπάλη». Στο εργοστάσιό του είχε εργασθεί παλιότερα ο Βάννης Ζλατάν. Να σημειωθεί εδώ ότι ο Ζλατάν καταγόταν από τη Γκολέσιανη το σημερινό χωριό Λευκάδια της Νάουσας και είχε πάει σε Ελληνικό σχολείο. Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον εργοδότη του Ζαφείριο Λόγγο, έβγαιναν μάλιστα μαζί για κυνήγι.

Στη Νάουσα επίσης ο Άγρας γνωρίστηκε με τον Ανώνη Μίγγα, έναν οικογενειάρχη από τον κύκλο των ανθρώπων τού Μακεδονικού Αγώνα. Ο Αντώνης Μίγγας ήταν ράπτης γουνοποιός στο επάγγελμα, και είχε γνωρίσει τον Ζλατάν ως πελάτη.

Ο Βοεβόδας Ζλατάν λοιπόν, αρχηγός των κομιτατζήδων του Βάλτου, κατανικημένος από τον Άγρα, διωγμένος από αρχηγός των Βουλγαροκομητατζήδων, ζητάει από τον Ζαφείριο Λόγγο να τον φέρει σε επαφή με τον Άγρα, καθώς ήθελε, όπως έλεγε, να ενταχθεί στα ελληνικά αντάρτικα σώματα. Ο Ζαφείριος Λόγγος το αναφέρει στον Άγρα. Καθώς υπήρχαν αρκετές πληροφορίες για την πτώση του ηθικού των βουλγαρικών συμμοριών και τη διάθεση πολλών στελεχών των κομιτάτων να διακόψουν τους δεσμούς τους με αυτά και να προσχωρήσουν στον ελληνικό αγώνα, και εφόσον ο Άγρας σε λίγες μέρες θα έφευγε για την Αθήνα, θεωρεί το γεγονός μεγάλη ευκαιρία. Αν κατάφερνε να πάρει μαζί του στην Αθήνα τον Ζλατάν, η ελληνική υπόθεση θα κέρδιζε ένα ακόμη στέλεχος με μεγάλη επιρροή στα βουλγαρίζοντα χωριά του κάμπου της Νάουσας.

Το φαινόμενο δεν ήταν πρωτόγνωρο. Οι θρυλικοί μάρτυρες του Μακεδονικού Αγώνα Κώττας, καπετάν Γκόνος Γιώτας, καπετάν Νικοτσάρας και πολλοί άλλοι ήσαν μετεστραφέντες κομιτατζήδες, τους οποίους οι Βούλγαροι ονόμαζαν μετά Γραικομάνους.

Πραγματοποιήθηκαν αρκετές συναντήσεις στη Νάουσα, όπου ερχόντουσαν απεσταλμένοι του Ζλατάν για να συζητήσουν. Οι συζητήσεις γίνονταν κυρίως νύχτα ή Σάββατο, την ημέρα του παζαριού, συνήθως στο σπίτι του Μίγγα. Μεταξύ των απεσταλμένων ήσαν δύο χωρικοί από το χωριό Μαρίνα, ο Μήτση Πέσιος και ο Γιώργης Γκότσης.

Μετά από αυτές τις επαφές κανονίζεται να γίνει συνάντηση των δύο αρχηγών, την 3η Ιουνίου. Στην συνάντηση παραυρίσκονται ως εγγυητές ο Ζαφείριος Λόγγος, ο Τώνης Μίγγας, καθώς και τέσσερις ακόμη οδηγοί. Όλοι είναι άοπλοι κατά τη συμφωνία. Μόνο ο Άγρας φέρει το ατομικό του περίστροφο. Στο σημείο της συμφωνίας τους περιμένει ο Ζλατάν αλλά και πλήθος από κομιτατζήδες που είναι καλά κρυμμένοι στην γύρω περιοχή. Με το κατάλληλο σύνθημα συλλαμβάνουν τον καπετάν Άγρα και τον Αντώνη Μίγγα, απελευθερώνοντας τους υπόλοιπους συνοδούς τους. Τους διαπόμπευσαν ως δήθεν αιχμάλωτους, δεμένους και ξυπόλυτους, στα χωριά της περιοχής, με σκοπό να αναπτερώσουν το ηθικό των τρομοκρατημένων οπαδών των κομιτατζήδων.

Τη νύχτα της 5ης Ιουνίου, τους απαγχόνισαν μεταξύ των χωριών Τέχοβο (Καρυδιά) και Βλάδοβο (Άγρας). Η θυσία του καπετάν Άγρα αντί να φοβίσει, αντίθετα ξεσηκώνει τους Έλληνες. Πλήθος αξιωματικών και άλλων εθελοντών ζητάει να πάει στην Μακεδονία. Θέλουν να εκδικηθούν το θάνατο του καπετάν Άγρα. Λίγες μέρες αργότερα, ο Γκιώργκη Κασάπτσε, που πρωτοστάτησε στη σύλληψη και στο βασανισμό του Άγρα, εξοντώνεται από το σώμα του καπετάν Αμύντα και ο Ζλατάν δέχεται 9 σφαίρες από το Μάνλιχερ και το Γκρά των αδελφών Τόλιου.

Σήμερα, πάνω από εκατό χρόνια μετά, η θυσία του καπετάν Άγρα φαίνεται απίστευτη. Μπορεί να κατανοήσει κανείς τη θυσία του καπετάν Κώττα, του καπετάν Γκόνου Γιώτα, του καπετάν Νικοτσάρα. Αυτοί πολέμησαν για την ιδιαίτερη πατρίδα τους, τους τάφους των προγόνων τους, την οικογένεια τους. Μένουμε όμως εκστατικοί και κλίνουμε ευλαβώς το γόνυ προ της θυσίας του Καπετάν Τέλλου Άγρα. Κι αυτό γιατί ο μικρόσωμος σγουρομάλης και με σπινθηροβόλα μάτια Αξιωματικός, εγκατέλειψε την ήρεμη ζωή της Αθήνας και μαζί της μια λαμπρή επαγγελματική καριέρα, για ένα ιδανικό, την απελευθέρωση της Μακεδονίας και την επιστροφή στον εθνικό κορμό των παρασυρμένων από την βουλγαρική προπαγάνδα Μακεδόνων.

Η λαϊκή παράδοση κατέγραψε το θάνατο του Τέλλου Άγρα, με πολλά τραγούδια. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο σλαβόφωνο μοιρολόι.

Τέλλος Άγρας & Αντώνης Μίγγας - Μαζί στην ζωή και στον θάνατοΤέλλος Άγρας & Αντώνης Μίγγας – Μαζί στην ζωή και στον θάνατο

Νέμας μάικα, ζλάτνο τσέτνο, ντα τα πλάκα;
(Δεν έχεις μάνα, γλυκό παιδί,
για να σε κλάψει;)
Νέμας σέστρα, ντα τα ζάλια;
(Δεν έχεις αδερφή, να σε πενθήσει;)
Κάκβα ιζλαζάγια;
(Πώς σε ξεγέλασαν;)
Κάκβα ντονισέα ντα βα ουμπέσατ να ουρέχουτ;
(Πώς σ’ έφεραν εδώ
και σε κρέμασαν στην καρυδιά;)
Ντα βα ντόνσατ να τσούζντι μέστου,
(Να σε φέρουν σε ξένη γη,)
τσούζντι μάικι ντα πλάκατ,
(ξένες μάνες να σε κλάψουν,)
τσούιντι σέστρι ντα βα ρέντατ.
(ξένες αδερφές να σε μοιρολογήσουν.)

Σε ανάμνηση του θανάτου των δύο αγωνιστών, το χωριό Τέχοβο μετονομάστηκε αργότερα σε Καρυδιά (το δέντρο απ’ όπου απαγχονίστηκαν), ενώ το χωριό Βλάδοβο, όπου ενταφιάστηκαν έξω από την εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, είναι ο σημερινός Άγρας.

Η δράση και ο μαρτυρικός θάνατος του Καπετάν Άγρα ενέπνευσαν στην Πηνελόπη Δέλτα το γνωστό μυθιστόρημά της «Στα μυστικά του Βάλτου».

Πηγές
Ἀνιχνευτές
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ: Άγνωστα στοιχεία (σειρά άρθρων)
ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΓΡΑΣ, Ο ΗΡΩΑΣ ΜΟΥ… (φωτογραφικό υλικό)
Αγαπηνός Σαράντης (Καπετάν Τέλλος Αγρας)
ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΓΡΑΣ
Ηλεία Τώρα : Τέλλος Άγρας
Γαργαλιάνοι : Τέλλος Άγρας
Pathfinder – Φωτογραφία Τ. Άγρα

Πηγή: Maccunion

Η Οικογένεια Μακεδονομάχων ΜΑΔΕΜΛΗ από την Πετρούσα Δράμας

Μετάλλιο Μακεδονικού Αγώνα του Μαδεμλή Δημητρίου

Μετάλλιο Μακεδονικού Αγώνα του Μαδεμλή Δημητρίου

Πρόσφατα μου ζητήθηκε από τον Πολιτιστικό Σύλλογο να τους δώσω αντίγραφο του Μεταλλίου Μακεδονικού Αγώνα που κατέχει η οικογένεια μου για το Ημερολόγιο που θέλει να εκδώσει ο Σύλλογος με θέμα τον Μακεδονικό Αγώνα. Επί τη ευκαιρία αυτή θεώρησα σωστό να δημοσιοποιήσω άρθρο που δημοσιεύτηκε στον Ημερήσιο Τύπο Δράμας και συγκεκριμένα στον Πρωινό Τύπο για την ιστορία της οικογένειας μου. Αν κάποιος χωριανός έχει στην κατοχή του στοιχεία που θα βοηθήσουν στην καταγραφή της Ιστορίας του χωριού μας με μεγάλη μου χαρά θα τα αναρτήσω.

Η Δράμα και η περιοχή της
124.
Οικογένεια Μαδεμλή – Πετρούσα
ΤΟΥ ΒΑΣ. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗ

 
Εφημερίδα “Πρωινός Τύπος”.
Η οικογένεια Μαδεμλή της Πετρούσας που κατάγεται από τα Μαδεμοχώρια της Χαλκιδικής και μάλιστα από το χωριό Γαλάτιστα κατέφυγε στην περιοχή Δράμας μαζί με πολλές άλλες οικογένειες μετά την αποτυχία της επανάστασης στη Χαλκιδική στα 1821-1822. Η οικογένεια Μαδεμλή κατέφυγε στο χωρίο Πετρούσα και στα πρώτα χρόνια διέμενε σε σκηνές στο προαύλιο του σχολείου του χωριού..

Τα στοιχεία στα οποία στηρίχθηκαν οι παρακάτω γραμμές είναι αντλημένα από επίσημα έγγραφα παλαιά έγγραφα της κοινότητας της Πετρούσας. Γενάρχης της οικογένειας ήταν ο Γεώργιος Μαδεμλής και η σύζυγος του ήταν η Χαΐδευτή (Χαϊδω).

Από τους πρόσφυγες Μαδεμοχωρίτες άλλες οικογένειες κατέφυγαν στην Προσοτσάνη όπως η οικογένεια Πουλιού, άλλες στο Δοξάτο, άλλες στη Χωριστή και άλλες σε άλλα μέρη. Η οικογένεια του Γεωργίου Μαδεμλή παρέμεινε οριστικά στη Πε­τρούσα.

Γιος του Γεωρ­γίου Μαδεμλή ήταν ο Άγγελος Μαδεμλής.
Ο Αγγελος Μαδεμ­λής πρόσφερε αξιόλογες εθνικές υπηρεσίες στον ελληνισμό στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Γιος του Άγγελου Μαδεμλή ήταν ο Δημήτριος Μαδεμλής που γεννήθηκε στην Πετρούσα και διετέλεσε πρόεδρος του χωριού από το έτος 1900 ως το 1906, οπότε δολοφονήθηκε από τους κομιτατζήδες. Ο Δημήτριος Μαδε­μλής δολοφονήθηκε μαζί με τους Γεώργιο Μαρινίδη και τον Αντώνιο Γκαϊδα, από Βουλγάρους την νύκτα της 6ης Ιουλίου του έτους 1906. Τραυματίστηκε ο Αθανάσιος Τσεσμεντζής, όπως επίσης και μια γυναίκα η Ελένη Κατσούρα, ο δε Ιωάννης Βαλαβάνης, που ειδοποιήθηκε έγκαιρα, κατόρθωσε να διαφύγει. Η κηδεία των τριών δολοφονηθέντων Ελλήνων της Πετρούσας έγινε στην εκκλησία του Αγίου Αθανασίου (Πετρούσας). Υπάρχει και σχετική φωτογραφία.

Ο Δημήτριος Μαδεμλής κατά τον χρόνο της δολοφονίας του ήταν 70 περίπου ετών. Φέρεται δε γραμμένος στα μητρώα των Μακεδονομάχων που τηρούνται στο Υπουργείο Στρατιωτικών (τώρα Εθνι­κής Άμυνας) με αυξ αρι­θμό 104. Γιος του Δημήτριου Μαδεμλή είναι ο Νικό­λαος Μαδεμλής, που γεννήθηκε στην Πετρούσα το έτος 1887,
Η μητέρα του λεγόταν Αικατερίνη, που πέθανε το έτος 1908.

Παιδιά του Δημητρίου Αγγέλου Μαδεμλή και αδελφοί του Νικολάου Μαδεμλή, ήταν:
1. Γεώργιος Μαδεμλής (Πέθανε το 1901)
Μαδεμλής Άγγελος του Γεωργίου

Μαδεμλής Άγγελος του Γεωργίου εκ Πετρούσας. Ο γιος του ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΔΕΜΛΗΣ ως υπολοχαγός σκοτώθηκε στη Μικρά Ασία επικεφαλής του 7ου λό­χου του 31 Συν/τος Πεζι­κού.

 

2. Ανέστης Μαδεμλής
3. Αγγελος Μαδεμλής
4. Νικόλαος Μαδεμλής, μακεδονομάχος.

Μαδεμλής Νικόλαος - Μακεδονομάχος

Ο Νικόλαος Μαδε­μλής ήταν κατά την πε­ρίοδο του Μακεδονικού Αγώνα (1903-1908) ενθουσιώδης αγωνιστής των ελληνικών επιδιώξεων. Ανελάμβανε δύσκολες και επικίνδυνες αποστολές, όπως η μεταφορά όπλων και πυρομαχικών το 1907 από την Δράμα (χάνι της Ν. Ζίχνης) στον Βώλακα.

 
Η γυναίκα του ήταν η Ελένη, κόρη του Παπαθανασίου, με την οποία απόκτησε τα παιδιά:
1. Δημήτριος Μαδεμλής
2. Κατίνα Μαδεμλή
3. Κων/νος Μαδεμλής, που πέθανε και άφησε δυο παιδιά
4. Ελευθερία, που διαμέ­νει στη Χωριστή
5. Ιωάννης, που γεννήθηκε το 1923 και σκοτώθηκε από τους Βουλγάρους
κατά την βουλγαρική κατο­χή 1941.-1944

Ο Νικόλαος Δημη­τρίου Μαδεμλής είχε διατελέσει και πρόεδρος της κοινότητας Πετρούσας κατά την περίοδο 1929-1931 και 1938-1941. Επίσης ο Νικόλαος Μαδεμλής εξορίσθηκε από τους Βουλγάρους κατά την περίοδο 1917-1918 στη Βουλγαρία για 18 μήνες. Επίσης οι Βούλγαροι λεηλάτησαν το σπίτι του και αφαίρεσαν ρουχισμό και έπιπλα και κατάσχεσαν τα χωράφια του.

Πηγή: H Φωνή των γηγενών Μακεδόνων – entopios.gr
Αρχική πηγή: Τα νέα της Πετρούσας